Αφού πέρασε 15 χρόνια σε στούντιο ειδήσεων ασκώντας “σοβαρή δημοσιογραφία”…
Να ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι υπάρχουν καλοί και κακοί δικηγόροι, καλοί και κακοί δημοσιογράφοι, άρα υπάρχουν καλά και κακά κρασιά.
Αν διαφωνείτε με τα παραπάνω, μην μπείτε καν στον κόπο να διαβάσετε όσα θα ακολουθήσουν, αφού απ’ ό,τι φαίνεται η νέα πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί στον –οινικό– μικρόκοσμό μας έχει μπει σε ένα είδος ιδιότυπου πολέμου, με τα φυσικά κρασιά από τη μία πλευρά και από την άλλη τα… πώς τα λέμε; Ψάχνω να βρω τη λέξη. Συμβατικά; Κλασικά; Ελεύθερα; Υπόλοιπα; Τα «άλλα»; Και εμάς τους άμοιρους καταναλωτές να πρέπει να διαλέξουμε.
Λόγω επαγγέλματος αλλά και ιδιοσυγκρασίας, έχω τη χαρά να δοκιμάζω-πίνω πολλά δείγματα και από τα δύο «στρατόπεδα». Πρόσφατα μάλιστα κλήθηκα να απαντήσω –γουρλώνοντας τα μάτια μου με μεγάλη απορία– σε έναν φίλο μου που μου είπε ότι «εσύ με τις γνώσεις που έχεις, πρέπει να πίνεις μόνο φυσικά κρασιά», ότι εκτιμώ εξίσου και τις δύο πλευρές, και το εννοώ. Εδώ έρχεται να κουμπώσει αυτό που θεωρώ αρχή του κακού που μας βρήκε.
Τα φυσικά κρασιά τείνουν να γίνουν και λίγο μόδα, θύματα της οποίας πέφτουν όσοι θέλουν να προσποιούνται ότι είναι γνώστες… Και εξηγώ ευθύς αμέσως τι εννοώ.
Έχω ακούσει ανθρώπους που προσποιούνται ότι τους αρέσει ένα δύσκολο φυσικό κρασί, το οποίο έχει αντικειμενικά ελαττώματα, μόνο και μόνο επειδή το περιβάλλον επιτάσσει ότι γνώστες είναι αυτοί που μπορούν να αντιληφθούν την αξία ενός τέτοιου φυσικού αποτελέσματος. Κοινώς, ο απόλυτος ψυχαναγκασμός.
Wine bars, εκθέσεις και εστιατόρια υπηρετούν αυτή την πρακτική και σιγά, αλλά σταθερά μετατρέπουν ένα κίνημα που ξεκίνησε ενάντια στον «ελιτισμό» του κρασιού σε αυτό που αρχικά απεύχονταν: μια μονόχνοτη, για να μη χρησιμοποιήσω τον όρο «δογματική», προσέγγιση ότι, αν δεν είσαι εκεί, είσαι λάθος και εκτός.
Και μην παρεξηγηθώ, είμαι άνθρωπος που η γευστική μου παλέτα απολαμβάνει πολύ οξειδώσεις, λιγότερα φρούτα και φυσικά ελαττώματα. Προτιμώ τα κρασιά που πίνω να μου δείχνουν τον τόπο καταγωγής τους και τα χαρακτηριστικά τους να αναδεικνύονται ακόμα και με τα λάθη τους, αλλά επιτρέψτε μου να σας πω ότι βρίσκω αυτά τα πολύ απολαυστικά κρασιά και στις δύο πλευρές.
Γιατί πολύ απλά ένα φυσικό κρασί μπορεί να αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας του και το terroir του, μπορεί όμως και να μυρίζει ασετόν και κοπριά, να είναι οξειδωμένο ή πτητικό ή απλώς αποκρουστικό.
Και από την άλλη, μπορεί ένα «συμβατικό» κρασί να είναι απολαυστικό, νόστιμο, αλλά κάλλιστα μπορεί να είναι και μια κολόνια ψεύτικων αρωμάτων και ευνουχιστικών παρεμβάσεων και να κρύβει τα ελαττώματά του κάτω από τόνους θειωδών. Καλά και κακά δείγματα υπάρχουν άφθονα και στις δύο πλευρές.
Αρχική » WINE WARS
Πρόσφατα ο Γιάννης Καρακάσης έγραφε «Βάλτε, βρε παιδιά, λίγα θειώδη να σώσουμε την παρτίδα», επικαλούμενος παραγωγούς που είχαν κηρύξει τον ανένδοτο στα θειώδη και πλέον έχουν αρχίσει να αποδέχονται ένα μικρό όριο, γεγονός που δείχνει ότι ο πόλεμος μπορεί και να τελειώνει. Από την άλλη, πρόσφατα παραγωγός κρασιού μάς αποκάλυψε ότι απογορεύτηκε η είσοδός του σε έκθεση… επειδή κάνει και από τα «άλλα».
Θύματα της πόλωσης αυτής είναι οι άνθρωποι –ιδιαίτερα οι νέοι– που αγαπούν και θέλουν να γνωρίσουν καλύτερα το κρασί. Και δυστυχώς, ένα και μόνο αποτέλεσμα έχει: αντί να φέρνουμε τον κόσμο κοντά στο κρασί, να τον διώχνουμε.
Μη μας βάζετε να διαλέξουμε στρατόπεδο. Όλοι στο ίδιο είμαστε. Σε αυτό του κρασιού. ¶