Το τραπέζι στήθηκε στο μπαλκόνι των Ζησιμάτων, με θέα την Παλική και τον ήχο των τζιτζικιών να μπλέκεται με την αύρα του Ιονίου. Ο Σπύρος και η Χρυσούλα, συνεργάτες με τον Ευρυβιάδη Σκλάβο στο Οινοποιείο Σκλάβου-Ζησιμάτου, θέλησαν να τιμήσουν τους καλεσμένους του φετινού hub αφιερωμένου στη λειψυδρία – μια συνάντηση αφιερωμένη στη γη, στους ανθρώπους και στο κρασί.
Η παρέα ετερόκλητη. Άνθρωποι από κάθε γωνιά του κόσμου – από την Ευρώπη και την Αμερική, από τη Μεσσηνία και την Αθήνα, αλλά και από την ίδια την Κεφαλονιά. Ήταν από εκείνα τα βράδια που το φαγητό, το κρασί, η μουσική και ο χορός δεν έρχονται απλώς να συμπληρώσουν μια συνάντηση – τη μεταμορφώνουν σε γιορτή.
Στην κουζίνα ο σεφ (και φίλος) Γιώργος Αντωνέλλος. Ένας μάγειρας που τιμά με συνέπεια τη μνήμη και τη γαστρονομική ταυτότητα του τόπου. Η βραδιά ήταν γεμάτη νοσταλγία, ευρηματικότητα και ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης προς την τοπική κουζίνα.

Ένα κολοκυθάκι περασμένο από κουρκούτι και ελαφρά τηγανισμένο, με τον ανθό του τραγανό μέχρι το κέντρο, ακουγόταν να σπάει στην πρώτη μπουκιά. Το κλασικό λαγωτό με κουνέλι πήρε τη μορφή ραγού, σε κόκκινη σάλτσα που αγκάλιαζε το χοντρό μακαρόνι – μια γαστρονομική γέφυρα με την Κέρκυρα, τη δεύτερη πατρίδα του σεφ.
Το δείπνο έκλεισε με παγωτό από μάντολες, συνοδευμένο από γλυκό Μοσχάτο της Παλικής. Ένα φινάλε που θύμιζε καλοκαιρινό πανηγύρι, παιδικά απογεύματα και σπιτικά κεράσματα.
Όμως η ουσία της βραδιάς δεν ήταν μόνο στο φαγητό. Ήταν και στη φιλοσοφία πίσω από αυτό. Όπως η μαγειρική του Αντωνέλλου σέβεται την πρώτη ύλη και τη μνήμη, έτσι και τα κρασιά του Σκλάβου ακολουθούν τον ίδιο δρόμο: με σταφύλια υγιή, από αμπέλια δυνατά, που έχουν μάθει να αντιμετωπίζουν μόνα τους τις δυσκολίες. Χωρίς περιττές παρεμβάσεις. Με ήθος όπως αυτό που έχει ο Βλάδης.
Ο Bradley Tomlinson, που άφησε τις αίθουσες και τους διαγωνισμούς για να βρεθεί δίπλα στον Πέρι Παναγιωτακόπουλο και το Wine Kiosk, ξαναβρήκε εκείνο το καθαρό βλέμμα του οινοχόου – το βλέμμα που παρακολουθεί τα ποτήρια και φροντίζει να μη μείνει κανένα άδειο. Μοσχάτα, Ρομπόλες, Βοστυλίδια και Μαυροδάφνες. Αλλαγές χρωμάτων και αρωμάτων, γεύσεων. Σιγά σιγά, οι ρόλοι εξαφανίζονται. Οι καντάδες που σιγοψυθιρίζονται στήνουν ντουέτα, φωνές δεύτερες και πλάγιες. Η παρέα ενώνεται, η μουσική δυναμώνει, και κάτω από τα αστέρια αρχίζει ο χορός.
Ένα καλοκαιρινό δείπνο που ξεκίνησε τυπικά και κατέληξε σε γιορτή. Ίσως αυτός να είναι ο ορισμός της φιλοξενίας. Ίσως κι ένα μικρό μάθημα για το πώς κρατιέται ζωντανή μια παράδοση – με τρυφερότητα, έμπνευση και χαρά.