Ξεκίνησε να γίνει φωτογράφος, αλλά μόλις ολοκλήρωσε τον πρώτο κύκλο…
Κατηφορίζοντας προς την Αρκαδία μια μέρα του αποκαλόκαιρου και αφήνοντας πίσω μας μια βροχερή Αθήνα, νιώθαμε ήδη πως στον προορισμό μας μάς περίμενε κάτι διαφορετικό.
Η διαδρομή προς το οροπέδιο της Μαντινείας υπέροχη, η φύση λαμπερή μετά την μπόρα που είχε περάσει νωρίτερα και οι αμπελώνες φορτωμένοι, έτοιμοι να τρυγηθούν. Η Μαντινεία σαν να είχε φορέσει τα καλά της και μαζί με τους υπέροχους Mantinians ήταν πανέτοιμη να μας υποδεχτεί και να μας δείξει το καινούργιο της πρόσωπο.
Ή μάλλον τα πολλά της πρόσωπα, όπως αυτά εκφράζονται μέσα από τις προσπάθειες των οινοποιών της περιοχής, που αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να δημιουργήσουν μια ομάδα που έχει στόχο να δώσει νέα πνοή σε μία από τις σημαντικότερες οινοπαραγωγικές ζώνες της Ελλάδας, η οποία μετά από μια περίοδο παρακμής επανέρχεται πολύ δυναμικά στο προσκήνιο.
Έχοντας την ευκαιρία να γνωρίσουμε όλα τα μέλη της ομάδας μαζί, αλλά και να συνομιλήσουμε με τον καθένα ξεχωριστά, στη διάρκεια ενός εξαιρετικά οργανωμένου διημέρου, διαπιστώσαμε από πρώτο χέρι ότι πρόκειται για ανθρώπους νέους με απίστευτο δυναμισμό και μεράκι, όρεξη για δουλειά και ουσιαστική συνεργασία, με στόχο τον σχεδιασμό κοινών δράσεων που θα οδηγήσουν στην αναβίωση του brand της Μαντινείας, το οποίο είχε ταυτιστεί με παλαιότερες εποχές της οινικής παραγωγής στην Ελλάδα. Δεν καταφέραμε να τους επισκεφτούμε όλους, άλλωστε δεν είναι όλα τα οινοποιεία επισκέψιμα. Γευτήκαμε όμως δείγμα της δουλειάς όλων, τόσο στη διάρκεια ενός υπέροχου γεύματος στο εξαιρετικό Villa Incognito, όσο και στο Masterclass που διοργανώθηκε στο Κτήμα Τσέλεπου, με το οποίο και ολοκληρώθηκε το διήμερό μας.
Όπλο τους η ποικιλία Μοσχοφίλερο, η οποία τα τελευταία χρόνια γνωρίζει και πάλι άνοδο, χάρη στις προσπάθειες των συγκεκριμένων οινοποιών που προσπαθούν –και καταφέρνουν– να αποδείξουν ότι αυτή η τόσο σημαντική ποικιλία, που είναι άλλωστε και μία από τις τέσσερις ποικιλίες-πρεσβευτές της χώρας μας, έχει πολλά να πει, με διαφορετικά στιλ, πολλές διαφορετικές προσεγγίσεις και πολύ υψηλή ποιότητα. Υγιής ανταγωνισμός, ανταλλαγή απόψεων, φιλικές σχέσεις, διάθεση συνεργασίας για την επίτευξη του κοινού στόχου και πολύ καλής ποιότητας κρασιά είναι μερικά από όσα αποκομίσαμε στη διάρκεια της επίσκεψής μας.
Νέες αφίξεις στην περιοχή, όπως το ολόφρεσκο οινοποιείο Νovus του γνωστού οινολόγου Λεωνίδα Νασιάκου –ο οποίος, όπως μας εκμυστηρεύτηκε, πραγματοποίησε ένα όνειρο ζωής–, αλλά και επέκταση των δραστηριοτήτων μεγάλων οινοποιείων της γειτονικής Νεμέας, όπως του Κτήματος Σκούρα, αποδεικνύουν έμπρακτα τη διάθεση για αναβίωση της ζώνης.
Ταυτόχρονα, η στήριξη από τους «παλαιούς», όπως ο Γιάννης Τσέλεπος –που από όσα αντιληφθήκαμε έχει λειτουργήσει καταλυτικά στη δημιουργία της ομάδας με την προτροπή του για συνεργασία, μένοντας ωστόσο διακριτικά στο παρασκήνιο, με την επόμενη γενιά, την Ανδριανή και τον Άρη Τσέλεπο, να παίρνει δυναμικά τη σκυτάλη–, δείχνει με τον καλύτερο τρόπο ότι η άποψη «η ισχύς εν τη ενώσει» έχει περάσει πια στο DNA των νέων οινοποιών που επιθυμούν να πάνε το ελληνικό κρασί μπροστά.
Επιδιώκοντας να προβάλουν τις πολλές δυνατότητες της ΠΟΠ ποικιλίας της ζώνης τους, πειραματίζονται χρησιμοποιώντας πολλές και διαφορετικές οινοποιητικές μεθόδους, δίνοντας πάντα έμφαση στην καλή πρώτη ύλη, με τις υψηλές οξύτητες που προέρχονται από το ηπειρωτικό κλίμα της περιοχής και τις μεγάλες διαφορές της θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας, και επιδιώκουν να αναδείξουν μια εικόνα διαφορετική από το απλό, αρωματικό Μοσχοφίλερο, προσδίδοντάς του χρώμα αλλά και σώμα, σε- βόμενοι, ωστόσο, ταυτόχρονα την τυπικότητα της ονομασίας προέλευσης.
ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΜΠΟΥΤΑΡΗ
Ο οινολόγος Αλέξανδρος Τζαχρήστας μάς υποδέχεται χαμογελαστός και ανακουφισμένος που η πρωινή μπόρα δεν μας χάλασε την επίσκεψη, και μας οδηγεί απευθείας σε έναν από τους πιο ιστορικούς αμπελώνες της Ελλάδας, όπου ο τρύγος έχει ήδη ξεκινήσει. Μικρά τρακτέρ με χρωματιστά τελάρα γεμάτα σταφύλια μάς προσπερνούν στον δρόμο για το οινοποιείο. Επτακοσίων στρεμμάτων στο σύνολό του, ο συγκεκριμένος αμπελώνας δημιουργήθηκε από την οινοποιία Καμπά, για να περάσει στη συνέχεια στην Boutaris, που σήμερα έχει στην κατοχή της μια έκταση 310 στρεμμάτων συνολικά, όπου καλλιεργούνται εκτός από το Μοσχοφίλερο και οι ποικιλίες Chardonnay, Gewürstraminer και Riesling.
Σε υψόμετρο 650 μ. όπου βρίσκεται το οροπέδιο της Μαντινείας,περιτριγυρισμένο από τα βουνά Αρτεμίσιο και Μαίναλο,το Οινοποιείο Μπουτάρη ήταν εκείνο που διαφύλαξε την ποικιλία Μοσχοφίλερο από την εξαφάνιση και έβαλε τη φιάλη Μοσχοφίλερο στο τραπέζι των καταναλωτών. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το Οινοποιείο Μπουτάρη είναι συνώνυμο με το Μοσχοφίλερο, τουλάχιστον στη συνείδηση των παλαιοτέρων.. Γι’ αυτό και επιμένει εμφατικά στην παραγωγή της συγκεκριμένης ετικέτας, η οποία εξακολουθεί να αποτελεί σταθερή αξία σε όσους γνώρισαν και αγαπούν το Μοσχοφίλερο στην πιο παραδοσιακή εκδοχή του. Το οινοποιείο έχει περάσει πια σε μια νέα εποχή, ενώ οι πιο πρόσφατες φυτεύσεις του 2006-2007 είναι όλες βιολογικές.
Οδηγώντας ανάμεσα στα αμπέλια φτάνουμε στον πιο παλαιό αμπελώνα της ζώνης, από όπου παράγεται μια ξεχωριστική ετικέτα, το Μαντινεία Cuvée, η μετεξέλιξη μιας άλλης κλασικής ετικέτας της Boutaris, που έχει στόχο να αναδείξει την πολυπλοκότητα της ποικιλίας, την οποία είχαμε τη χαρά να δοκιμάσουμε στο tasting που οργανώθηκε προς τιμήν μας κάτω από τα δέντρα, έξω από το υπέροχο πέτρινο κτίριο της παλαιάς αποθήκης του Κτήματος. Με συνοδεία υπέροχες τοπικές πίτες, τα ποτήρια μας γέμισαν με το all-time classic Μοσχοφίλερο Mπουτάρη του ’23, για να γευτούμε στη συνέχεια το Μαντινεία Cuvée 2023 από τα αμπελοτόπια των 50 ετών και να κλείσουμε με έναν επιδόρπιο οίνο από λιαστά σταφύλια. Η πρώτη μας επαφή με τα πολλά πρόσωπα του Μοσχοφίλερου είχε ξεκινήσει.
ΚΤΗΜΑ ΤΣΕΛΕΠΟΥ
Βγαίνοντας ξανά στην εθνική οδό Τρίπολης-Σπάρτης, κατευθυνθήκαμε νότια και στρίψαμε στην έξοδο προς τη Σπάρτη, για να πάμε στην περιοχή της Τεγέας όπου βρίσκεται το Κτήμα Τσέλεπου. Άλλη μία ιστορική παρουσία στην περιοχή, το Κτήμα Τσέλεπου μάλλον δεν χρειάζεται και αυτό ιδιαίτερες συστάσεις. Την ξενάγησή μας ανέλαβε ο Άρης Τσέλεπος, άρτι αφιχθείς από τη Σαντορίνη όπου διατηρούν, άλλο οινοποιείο, εκτός από αυτά της Μαντινείας και της Νεμέας.
Η ιστορία του Γιάννη Τσέλεπου ξεκινά την εποχή της επανάστασης του ελληνικού κρασιού, αφού ανήκει σε εκείνη τη χρυσή γενιά των οινοποιών που έβαλαν την Ελλάδα στον παγκόσμιο οινικό χάρτη. Τώρα, παραδίδοντας σιγά σιγά τη σκυτάλη στην επόμενη γενιά, βλέπει με υπερηφάνεια τα παιδιά του Άρη και Ανδριανή, η οποία είναι και η πρόεδρος του ΔΣ των Mantinians, να προχωρούν με σταθερά βήματα προς τα εμπρός, οδηγώντας –πάντα υπό την καθοδήγησή του– το Κτήμα στην επόμενη φάση του. Η συνολική παραγωγή έχει ανέλθει πια στις 500.000 φιάλες, με ετικέτες που έχουν γίνει σήμα κατατεθέν τόσο στην περιοχή της Μαντινείας όσο και σε εκείνη της Νεμέας και, όπως μας τόνισε ο Άρης, η έμφαση τώρα θα δοθεί στο επισκέψιμο κομμάτι.
Άλλωστε, η ανάπτυξη του οινοτουρισμού στη ζώ νη της Μαντινείας αποτελεί έναν από τους στόχους των Mantinians, και το Κτήμα Τσέλεπου μπορεί να ηγηθεί αυτής της προσπάθειας χάρη στις σύγχρονες και ολοκληρωμένες εγκαταστάσεις του. Ξεκινήσαμε από τους χώρους παραγωγής, όπου συναντήσαμε το Μerlot του Κοκκινόμυλου να ζυμώνεται σε ανοιχτά βαρέλια και τσιμεντένιες δεξαμενές που ανέμεναν το Blanc de Gris, μία από τις ετικέτες του Μοσχοφίλερου που οινοποιεί το Κτήμα – το οποίο δεν είχε ακόμη τρυγηθεί. Λίγο πιο κάτω, το Amalia Brut, άλλη μία εμβληματική ετικέτα αφρώδους οίνου που παράγεται με την παραδοσιακή μέθοδο της σαμπάνιας, αποτελεί μία από τις ναυαρχίδες του Κτήματος, το οποίο, όπως μας τονίζει ο Άρης, συνεχίζει να πειραματίζεται με τους αφρώδεις οίνους και ίσως σύντομα δούμε και κάτι καινούργιο, όπως μας αποκάλυψε.
Η βόλτα στα αμπέλια ήταν πραγματικά μοναδική. Ο παλιός νερόμυλος στο αμπέλι του Κοκκινόμυλου, που πήρε την ονομασία του από το εντυπωσιακό κόκκινο χρώμα του εδάφους, έχει αναστηλωθεί, ενώ στο ψηλότερο σημείο του Κτήματος δεσπόζει το εκκλησάκι του Αγίου Τρύφωνα, προστάτη της αμπελουργίας. Εκεί αναμένεται σύντομα να ολοκληρωθεί η κατασκευή μιας νέας αίθουσας γευσιγνωσίας με μοναδική θέα, κυριολεκτικά μέσα στα αμπέλια. Σε μια σύντομη γευστική δοκιμή είχαμε τη χαρά να δοκιμάσουμε την ετικέτα Blanc de Gris του 2023, καθώς και –εκτός προγράμματος, αφού η επίσκεψη ήταν αφιερωμένη στα Μοσχοφίλερα– τον Κοκκινόμυλο του 2017, ένα πραγματικά μοναδικό Merlot από μια εξαιρετική χρονιά.
ΚΤΗΜΑ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
Αφήνοντας πίσω την περιοχή Μηλιά και κατευθυνόμενοι βόρεια προς την Αρχαία Μαντινεία, περνώντας από τον ιδιαίτερο ναό της Αγίας Φωτεινής –ένα από τα αξιοθέατα της περιοχής–, βρεθήκαμε να διασχίζουμε την πύλη του Κτήματος Σπυρόπουλου. Οργασμός εργασίας, καθώς μόλις είχαν καταφθάσει τα φρεσκοτρυγημένα Μοσχοφίλερα του πρώιμου τρύγου, που προορίζονται για την αφρώδη εκδοχή του. Μας υποδέχθηκε η Kωνσταντίνα Σπυροπούλου μαζί με τον υπέροχο Marley, ο οποίος μας ακολούθησε κατά πόδας σε όλη την ξενάγησή μας στο οινοποιείο.
Από τις πρώτες κιόλας κουβέντες μας έγινε αντιληπτή η απόλυτη πίστη της κ. Σπυροπούλου στις δυνατότητες του Μοσχοφίλερου, με τις υψηλές οξύτητες και το παιχνίδι με το χρώμα της ποικιλίας. «Το Μοσχοφίλερο πέρασε κάποια άσχημα χρόνια, δεδομένου ότι είναι μια πολύ αρωματική ποικιλία χωρίς σχεδόν καθόλου σώμα», μας λέει. «Χρειάζεται να δουλευτεί στο οινοποιείο με οινολάσπες, βαρέλια, διάφορες οινοποιητικές τεχνικές, αλλά οι δυνατότητές του είναι μεγάλες», υποστηρίζει. Αφρώδες και ροζέ ήταν οι δύο πρώτοι πειραματισμοί του οινοποιείου τομακρινό 1996, με επικεφαλής οινολόγο τον Γιάννη Παρασκευόπουλο (Γαία), τα οποία στη συνέχεια αποτέλεσαν και τη ραχοκοκαλιά της σημερινής παραγωγής.
Ένας ιδιόκτητος αμπελώνας 600 στρεμμάτων, ο οποίος από το 1996 έχει λάβει πιστοποίηση βιολογικής καλλιέργειας, έχει σήμερα προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα υιοθετώντας τα αυστηρά πρωτόκολλα του permaculture (πρεμακουλτούρα), ενός συστήματος πρακτικών με μοναδικό στόχο την αειφόρο ανάπτυξη. Έτος-σταθμός για το Κτήμα Σπυρόπουλου υπήρξε το 2020, ότανεπανασυστήθηκε στο οινόφιλο κοινό, με τις αλλαγές που συντελέστηκαν τόσο εντός του οινοποιείου με την εισαγωγή νέων οινοποιητικών πρακτικών, όσο και σε ό,τι αφορά την επαναπροσέγγιση των αμπελώνων. Η προσεκτική μελέτη των αμπελοτοπίων, καθώς και η οινοποίηση τους του καθενός χωριστά, μια προσέγγιση που ακουμπά στη φιλοσοφία της Βουργουνδίας, αποτελεί τον στόχο της κ. Σπυροπούλου για τα επόμενα χρόνια. Υπό την καθοδήγηση του οινολόγου του Κτήματος, Γιώργου Κορίνη, είχαμε την ευκαιρία να δοκιμάσουμε τέσσερις από τις έντεκα ετικέτες του Κτήματος Σπυρόπουλου: Μαντινεία 2023 ΠΟΠ καθώς και το Αμπελοτόπι Λίμνα ροζέ 2021 από 100% Μοσχοφίλερο, Ωδή Πανός Μαντινεία ΠΟΠ, Ωδή Πανός NV ροζέ, δύο αφρώδη με μέθοδο δεξαμενής.
ΚΤΗΜΑ ΤΡΟΥΠΗ
Μετά από μια σύντομη διαδρομή προς τα πίσω, βρεθήκαμε και πάλι στο κέντρο του οροπεδίου της Μαντινείας και στην καρδιά των αμπελώνων της ζώνης, για να επισκεφτούμε το οινοποιείο Τρουπή. Μας υποδέχθηκαν η Πίτσα Τρουπή και οι Κώστας και Θοδωρής Κουτσουμπός, όλοι μέλη της οικογένειας που «τρέχει» το οινοποιείο, με το νεαρότερο μέλος, τον Θοδωρή, να βρίσκεται στο τιμόνι της παραγωγής ως οινολόγος και τον πατέρα του, Κώστα, με τη συνδρομή του γαμπρού του Γιάννη Τρουπή να φροντίζουν την αμπελοκαλλιέργεια.
Με έναν ιδιόκτητο αμπελώνα 100 στρεμμάτων όπου καλλιεργείται αποκλειστικά Μοσχοφίλερο, με εξαίρεση 10 στρέμματα όπου έχει φυτευτεί πειραματικά Ασύρτικο, η φιλοσοφία του Οινοποιείου Τρουπή εστιάζεται στις εναλλακτικές οινοποιήσεις της ΠΟΠ ποικιλίας της ζώνης. Εκμεταλλευόμενοι, όπως μας εξηγεί ο Θοδωρής –ο οποίος έχει μόλις επιστρέψει από τρύγο στη μακρινή Χιλή–, το χρώμα της φλούδας του Μοσχοφίλερου, που είναι μια ερυθρωπή ποικιλία, έχουν δώσει έμφαση στις εκχυλίσεις για διαφορετικές ώρες, από τις οποίες προκύπτουν και διαφορετικά στιλ ροζέ Μαντινείας. Κρασιά χαμηλής παρέμβασης, με ελάχιστα θειώδη, αφιλτράριστα και με γηγενείς ζύμες, συνθέτουν την γκάμα των premium κρασιών του συγκεκριμένου οινοποιείου. Στο κομμάτι των ζυμών μάλιστα έχουν προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα, παράγοντας τις δικές τους ζύμες από Μοσχοφίλερο σε ειδικό εργαστήριο του Bordeaux.
Την εικόνα ολοκληρώνουν οι εμπνευσμένες ετικέτες, με την ετικέτα Τομή να ξεχωρίζει, τόσο σε concept –αφού δηλώνει με το δημιουργικό της μια τομή στην ιστορία της Μαντινείας και του Μοσχοφίλερου–, όσο και σε ό,τι αφορά το ίδιο το κρασί, τόσο στη λευκή όσο και στη ροζέ του εκδοχή. Ένα ατύχημα –όπως μας διηγείται ο Θοδωρής όση ώρα δοκιμάζουμε τα κρασιά στο μεγάλο τραπέζι που έχει στηθεί στον χώρο της παραγωγής, ανάμεσα σε ανοξείδωτες δεξαμενές και τσιμεντένια αυγά– ή μάλλον ένα κρασί που παρέμεινε ξεχασμένο σε ένα δοχείο με σκοπό να γίνει τσίπουρο και ανοίχτηκε μετά από 100 ημέρες, για να αποκαλύψει μια άλλη εκδοχή του ροζέ Μοσχοφίλερου, εξελίχθηκε τελικά στην ετικέτα ΕΚΑΤΟ, ένα γαστρονομικό ροζέ Μοσχοφίλερο το οποίο αναδείχθηκε και «κρασί της χρονιάς» από το Decanter. Tα κρασιά του οινοποιείου χαίρουν ιδιαίτερης εκτίμησης, κερδίζοντας βραβεία εντός και εκτός Ελλάδας και αποδεικνύοντας τις διαφορετικές δυνατότητες που έχει το Μοσχοφίλερο.
ΚΤΗΜΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ
Λίγο πιο κάτω, στους πρόποδες της Αρχαίας Μαντινείας, βρίσκεται το Κτήμα Παναγόπουλου, μία ακόμη πολύ αξιόλογη προσπάθεια από δύο νεαρά παιδιά που μας εξέπληξαν με τις γνώσεις τους, την καλή τους διάθεση και την αποφασιστικότητά τους να δημιουργήσουν πατώντας πάνω σε μια προσπάθεια που είχαν ξεκινήσει οι γονείς τους. Με σύμμαχο μια πολύ δυναμική μητέρα, η Μαριλένα, με σπουδές χημικού μηχανικού στο ΕΜΠ, και ο Δημήτρης, απόφοιτος του Τμήματος Τεχνολογίας Τροφίμων, καλλιεργούν και οινοποιούν 30 στρέμματα αμπελώνα που βρίσκεται γύρω από το φιλόξενο οινοποιείο τους.
Η αρχή έγινε τη δεκαετία του ’90, όταν πρωτοφυτεύτηκε ο αμπελώνας με Μοσχοφίλερο και τα σταφύλια πωλούνταν στο Κτήμα Σπυρόπουλου. Ακολούθησαν οι πρώτες οινοποιήσεις και το 2015 οι πρώτες εμφιαλώσεις. Το 2017 ανέλαβαν η Μαριλένα και ο Δημήτρης, και έκτοτε παράγουν 11.000 φιάλες και τέσσερις ετικέτες, τρεις Μοσχοφίλερο και μία ερυθρή Merlot. Λευκό και Ροζέ Μοσχοφίλερο Αντινόη και Αστερόπη, ετικέτες εμπνευσμένες από τη μυθολογία και την αρχαία ιστορία της περιοχής, και μια ετικέτα natural, το Μoschofleur, που κυκλοφορεί σε πολύ μικρό αριθμό φιαλών.
ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΒΕΡΒΑΙΝΙΩΤΗ
Η οινοποιός Μπέτυ Βερβαινιώτη είναι μια πολύ ιδιαίτερη περίπτωση. Με σπουδές οινολογίας και αμπελουργίας στο Montpellier και έχοντας στην πλάτη τρύγους στη Napa Valley, τη Νέα Ζηλανδία, την Αυστραλία και την Πορτογαλία, όπου εργάστηκε ως travelling winemaker, επέστρεψε πριν από μερικά χρόνια στην Ελλάδα για να αναλάβει το οικογενειακό οινοποιείο, το οποίο και «τρέχει» μεταξύ άλλων δραστηριοτήτων (διοργανώνει tastings για το Greece by the Glass, εργάζεται σε αγροτουριστική φάρμα και διδάσκει στα ΙΕΚ).
Στην ερώτησή μας πώς τα καταφέρνει όλα, μας απαντά αφοπλιστικά: «Είναι θέμα σωστής διαχείρισης του χρόνου»… Ο αμπελώνας φυτεύτηκε από τους γονείς της το 1990 και σήμερα το οινοποιείο διαθέτει 50 στρέμματα ιδιόκτητα.
Τα κρασιά είναι χαμηλής παρέμβασης, με πολύ χαμηλά θειώδη. Στο τραπέζι όπου ετοιμαζόμαστε να δοκιμάσουμε τα κρασιά της, γευόμαστε τη μαρμελάδα σύκο της μαμάς, το μέλι του παππού, ένα υπέροχο τοπικό τυρί. Όλα συνοδεύουν άριστα τις τρεις φιάλες που ανοίγονται μπροστά μας: Μαντινεία ΠΟΠ 2023, Ροδονίτης 2023, ροζέ Μοσχοφίλερο και ένα αφρώδες Pet Nat 2023. Πρώτη δική της οινοποίηση το 2021 με τη Μαντινεία ΠΟΠ, για να τιμήσει τη ζώνη που τη φιλοξενεί, δεύτερη κυκλοφορία το 2022 με το ροζέ και το 2023 με το Pet Nat. Μικρά και προσεκτικά βήματα, με παραγωγή που δεν ξεπερνά τις 6.000 φιάλες για τις τρεις ετικέτες.
OINOΠΟΙΕΙΟ ΝΟVUS
«Το Μοσχοφίλερο άλλαξε τον οινικό χάρτη και τις καταναλωτικές μας συνήθειες, καθώς ήταν η πρώτη ελληνική ποικιλία που έμαθαν να ζητούν οι Έλληνες», λέει ο Λεωνίδας Νασιάκος, ένας άνθρωπος που έχει ασχοληθεί όλη του τη ζωή με το Μοσχοφίλερο. Οι πρώτες εμφιαλώσεις οίνων ΠΟΠ Μαντινείας έγιναν από την οικογένειά του, στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Τρίτη γενιά οινοποιός, επιστρέφει σήμερα στη γενέτειρά του μετά από μια πολύ μεγάλη καριέρα σε άλλες ζώνες και μας παρουσιάζει το νέο του project.
Η Novus είναι ένα boutique οινοποιείο στην καρδιάτης ζώνης ΠΟΠ Μαντινεία.
Καλλιεργεί αποκλειστικά Μοσχοφίλερο σε ιδιόκτητους αμπελώνες σε υψόμετρο 650 μ. Συνεργάζεται με αμπελουργούς στη Μαντινεία, τη Νεμέα και την ορεινή Αιγιάλεια, από τους οποίους προμηθεύεται τις υπόλοιπες ποικιλίες που συμμετέχουν στις ετικέτες του οινοποιείου. «Το κρασί είναι πάθος, έμπνευση, τέχνη», λέει ο Λ. Νασιάκος, που έχει βάλει στο κέντρο της φιλοσοφίας του την ανάδειξη του Μοσχοφίλερου: «Στόχος μου είναι να εκφραστεί η ποικιλία του Μοσχοφίλερου και η ΠΟΠ Μαντινεία με αυθεντικότητα, ειλικρίνεια και κομψότητα. Βασική μου αρχή, δε, είναι πως το κρασί δημιουργείται από το αμπέλι και τον άνθρωπο». Το οινοποιείο παράγει δύο ετικέτες ΠΟΠ Μαντινεία, ένα ροζέ κι ένα κόκκινο blend για την ελληνική αγορά, αλλά και μια σειρά κρασιών αποκλειστικά για εξαγωγή.
ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΜΟΡΟΠΟΥΛΟΥ
Το οικογενειακό Οινοποιείο Μορόπουλου βρίσκεται στο Νεοχώρι της Αρκαδίας. Με μεγάλη παράδοση στην καλλιέργεια του αμπελιού στη ζώνη της Μαντινείας, σήμερα έχουν φτάσει τα 120 στρέμματα ιδιόκτητων αμπελώνων, ενώ από το 2017 τα δύο αδέρφια, ο Κώστας και η Γεωργία Μοροπούλου, παράγουν ποιοτικά εμφιαλωμένα κρασιά με υπεύθυνο οινολόγο τον Λευτέρη Αναγνώστου. Οι εγκαταστάσεις του οινοποιείου είναι στις παλιές σιταποθήκες και όλη η προσπάθεια βρίσκεται σε σταθερή πορεία ανάπτυξης από όλες τις απόψεις: έγιναν νέες φυτεύσεις, δημιουργήθηκε νέο οινοποιείο που σύντομα θα είναι επισκέψιμο.
Παράλληλα γίνονται μελετημένες κινήσεις για την εξαγωγική και εγχώρια εμπορική στρατηγική, με σκοπό την έκφραση των δικών τους αμπελώνων, με σεβασμό στην αρκαδική γη. Εκτός από την κλασική λευκή Μαντινεία, φτιάχνουν ροζέ Μοσχοφίλερο και ένα ημίξηρο κρασί, το Noemvris, αποτέλεσμα όψιμου τρύγου. «Πρόθεσή μας είναι να δημιουργήσουμε μικρές οινοποιήσεις για κάθε αμπελοτεμάχιο, εκτιμώντας τις δυνατότητές του, καθώς πιστεύουμε ότι τα πάντα ξεκινούν από το αμπέλι», λέει η Γεωργία Μοροπούλου περιγράφοντας τη φιλοσοφία της οικογένειας.
ΚΤΗΜΑ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ
Η οικογένεια Καλογερόπουλου καλλιεργεί αμπέλια στη Μαντινεία από τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Το 2002 δημιούργησαν μια ολοκληρωμένη οινοπαραγωγική μονάδα μέσα στους αμπελώνες του Ζευγολατιού Αρκαδίας, στο οροπέδιο της Μαντινείας και σε υψόμετρο 650 μ., και από το 2015 ο Αποστόλης Καλογερόπουλος, τελειόφοιτος οινολογίας και δεύτερη γενιά οινοποιός, ανέλαβε το κομμάτι της παραγωγής του οινοποιείου.
Καλλιεργούν με βιολογική μέθοδο τα αμπέλια τους, που έχουν έκταση 110 στρέμματα, και για να καλύψουν τις ανάγκες τους αγοράζουν σταφύλια από συνεργαζόμενους παραγωγούς. Η συνολική παραγωγή τους σε εμφιαλωμένο κρασί που βγαίνει με τις δικές τους ετικέτες είναι περίπου 50.000 φιάλες τον χρόνο. Από το 2017 έχουν επεκταθεί και στο κομμάτι της απόσταξης με ένα τσίπουρο που παράγουν, κυρίως από Μοσχοφίλερο.
ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ ΜΠΟΣΙΝΑΚΗ
Η ιστορία της οικογένειας Μποσινάκη ξεκινάει τη δεκαετία του ’50 και από τον παππού της οικογένειας, που διένειμε μούστο στην Αρκαδία. Το 1979, μετά τον ξαφνικό χαμό του, συνέχισαν ο γιος του Φώτης με τη γυναίκα του Χριστίνα. Το 1992 έστησαν το δικό τους οινοποιείο, όπου έφτιαχναν κυρίως κρασί για άλλα οινοποιεία, και από το 2009 έρχεται η τρίτη γενιά και μπαίνει στο παιχνίδι, με την παραγωγή επώνυμων εμφιαλωμένων κρασιών από Μοσχοφίλερο. Σήμερα, ο Σωτήρης, η Κατερίνα και ο Κωνσταντίνος δίνουν μεγάλη βαρύτητα στην καλή πρώτη ύλη και στα μοναδικά χαρακτηριστικά της ποικιλίας που θέλουν να αναδείξουν. Πήραν το ρίσκο να προχωρήσουν σε πολύωρες εκχυλίσεις, που έδωσαν χρώμα.
Οι γκρίζες ανταύγειες που συναντάμε στη Μαντινεία Μποσινάκης είναι πια το χαρακτηριστικό δείγμα της δουλειάς τους. Παράγουν πλέον πέντε διαφορετικές εκδοχές του Μοσχοφίλερου: μία λευκή ΠΟΠ Μαντινεία, την Ιέρεια, που είναι ροζέ, την Ασπέλα, που είναι αποτέλεσμα ερυθρής οινοποίησης, ένα blend με Ασύρτικο (σε συνεργασία με το Οινοποιείο Χατζάκη στη Σύρο) και ένα Pet Nat. «Ένα μεγάλο στοίχημα για τη Μαντινεία είναι η ανάδειξη της δυνατότητας παλαίωσης των κρασιών της ζώνης. Δοκιμάζοντας παλιές χρονιές, βλέπουμε εξαιρετικά δείγματα της ποικιλίας», λέει η Κατερίνα Μποσινάκη θίγοντας ένα από τα θέματα που απασχολούν τους Mantinians.
ΟΙΝΟΠΟΙΕΙΟ JULIET & ROMEO
Ένα εγχείρημα που ξεκίνησε η Φανή Κούτρα, αγοράζοντας τo 2016 ένα κομμάτι του παλιού αμπελώνα που είχε φυτέψει το 1972 ο Καμπάς. Το 2015 άρχισε η διαχείριση του αμπελώνα υπό την επίβλεψη του γεωπόνου Γιάννη Κανάκη, ο οποίος προχώρησε σε αλλαγές στη δομή του. Φυτεύτηκε Pinot Noir το 2016 και έγινε αναμπέλωση με τις ποικιλίες Μαυροτράγανο και Negro Amaro (τα τρία μαύρα της Μεσογείου), αλλά και πύκνωση του Μοσχοφίλερου, που έχει φτάσει σήμερα στα 110 στρέμματα.
Η επιθυμία για το Pinot Noir έφερε τη Φανή Κούτρα σε επαφή με τον διεθνούς φήμης οινολόγο Κυριάκο Κυνηγόπουλο, που επιμελήθηκε την επιλογή των κλώνων και έχει τον πλήρη έλεγχο στα κρασιά που παράγει το οινοποιείο. Η εμφιάλωση μέχρι πρότινος γινόταν σε οινοποιείο εκτός ζώνης, γι’ αυτό και δεν υπάρχει ακόμα ΠΟΠ οίνος. Η φιλοσοφία του οινοποιείου είναι τα κρασιά να κυκλοφορούν όταν είναι έτοιμα και η τρέχουσα χρονιά στην αγορά είναι το Μοσχοφίλερο του 2022.
ΚΤΗΜΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Η Χριστίνα Παπαγεωργίου είναι μια ξεχωριστή περίπτωση. Αυτοδημιούργητη, έχει στήσει εδώ και 20 χρόνια ένα project μόνη της, που το «τρέχει» από την αρχή μέχρι το τέλος· από το αμπέλι μέχρι τις πωλήσεις. Η αγάπη της για τη γη και τον τόπο την οδήγησε στο να ασχοληθεί επαγγελματικά με την αμπελοκαλλιέργεια και την οινοποίηση. Σπούδασε τεχνικός οινοποιίας και αμπελουργίας, φύτεψε τα πρώτα αμπέλια με Μοσχοφίλερο το 2004 και στη συνέχεια έστησε το δικό της οινοποιείο.
Ο αμπελώνας, που έχει έκταση 50 στρέμματα, και το Κτήμα Παπαγεωργίου βρίσκονται στην Αρχαία Μαντινεία, σε υψόμετρο 650 μ., μέσα στη ζώνη ΠΟΠ Μαντινεία. Σήμερα οινοποιεί Μοσχοφίλερο σε λευκές και ροζέ εκδοχές, με συνολική παραγωγή 25.000 έως 30.000 φιάλες, ενώ φτιάχνει και κρασιά από άλλες ποικιλίες, όπως το Αγιωργίτικο.
Όπως μας λέει η ίδια, «το μικροκλίμα της περιοχής, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ποικιλίας, μαζί με την υψηλών προδιαγραφών οινοποίηση, την εμπειρία, την αγάπη και το μεράκι για ποιοτικό κρασί, μας δίνουν τη δύναμη να συνεχίζουμε».
ΑΜΠΕΛΟΤΕΜΑΧΙΟ 211
Ο Νίκος Ασλανίδης από την Αθήνα και η Μπέσσυ Κουμαρέλα που κατάγεται από την Αρκαδία. Εκείνος έφτιαχνε ετικέτες για κρασιά στο δημιουργικό γραφείο που διατηρεί, ενώ εκείνη είχε μνήμες από τους γονείς της, που καλλιεργούσαν το κτήμα τους και έφτιαχναν κρασί για δική τους κατανάλωση. Έστησαν το αμπελοοινικό τους εγχείρημα στο οροπέδιο του Μαινάλου.
Η ιστορία του Αμπελοτεμαχίου 211 ξεκινά από τους αμπελώνες του Λεβιδίου, όπου φυτεύτηκε Μοσχοφίλερο σε υψόμετρο 700 μ. Σήμερα καλλιεργούν με βιολογικές πρακτικές τα αμπέλια τους και παράγουν από αυτή την ποικιλία δύο ετικέτες, το Αμπελοτεμάχιο 211, που είναι μια ΠΟΠ Μαντινεία, και ένα πειραματικό ροζέ. Κάθε στάδιο της παραγωγής, από τη φροντίδα του αμπελώνα έως την οινοποίηση, γίνεται με προσοχή και σεβασμό προς τη φύση. Όπως μας λένε οι ίδιοι, «αυτή η προσπάθεια ξεκίνησε ως χόμπι, έγινε βιοπορισμός και είναι μια έκφραση της αγάπης μας για τη γη και του πάθους μας για τη δημιουργία».