Ανεξάρτητος δημοσιογράφος εδώ και περίπου πέντε χρόνια. Ασχολήθηκα πριν από…
Οι πωλήσεις κρασιού μέσω ψηφιακών καταστημάτων φαίνεται να έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί σε σχέση με τα έτη πριν από την πανδημία.
Η αγορά κινείται προσεκτικά και, όσο αυτή η τάση συνεχίζεται, προβλέπονται μόνο θετικά αποτελέσματα. Περίπου στα 5 εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις, είναι το σύνολο της αξίας των πωλήσεων κρασιού μέσω ψηφιακών καταστημάτων. Με βάση τα στοιχεία που συλλέξαμε, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχουν τζίρο κοντά στο 1 εκατομμύριο ευρώ, ενώ ο μέσος όρος των υπολοίπων βρίσκεται κάτω από τις 200.000 ευρώ.
Στo παραπάνω ποσό δεν έχουν συμπεριληφθεί οι πωλήσεις που γίνονται απευθείας από τα ψηφιακά κανάλια των οινοποιείων, oι οποίες ωστόσο δεν φαίνεται να το επηρεάζουν ιδιαίτερα.
Σχεδόν καμία από τις επιχειρήσεις δεν έχει επιλέξει να διαθέτει τα προϊόντα μόνο ψηφιακά και μάλιστα σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις τα έσοδα από το ψηφιακό κατάστημα υπολείπονται σημαντικά των πωλήσεων λιανικής που γίνονται εντός των καταστημάτων. Ωστόσο, αν αυτή η έρευνα γινόταν πριν από τρία χρόνια, τα μεγέθη των ψηφιακών πωλήσεων θα ήταν σχεδόν το ένα τρίτο των σημερινών.
Η αύξηση του αριθμού των αγοραστών κρασιού, η οποία οφείλεται στην αύξηση των οινόφιλων, αλλά και η πανδημία, που έστρεψε περισσότερους αγοραστές στις ψηφιακές αγορές, είναι οι δύο βασικοί παράγοντες που ωθούν την ανάπτυξη αυτού του καναλιού πωλήσεων. Η εντυπωσιακή ομολογουμένως ανάπτυξη αντικατοπτρίζεται στη μέση αξία καλαθιού ανά αγορά, η οποία ξεπερνά τα 100 ευρώ. Το συγκεκριμένο ποσό μάς λέει ότι οι περισσότεροι αγοράζουν κρασί για τους ίδιους και όχι για να κάνουν κάποιο δώρο. Επίσης, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, είναι ένα ποσό που αποσβένει το κόστος μεταφοράς των προϊόντων.
Τα σούπερ μάρκετ είναι οι κύριοι ανταγωνιστές
Πολύ πριν από την πανδημία, οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ είχαν επενδύσει στην «εκπαίδευση» των πελατών τους σχετικά με το κρασί. Το My wine app της αλυσίδας Mymarket, τα infokiosk της αλυσίδας Βασιλόπουλος και οι ειδικές περιοχές για το κρασί στα φυλλάδια όλων των αλυσίδων είναι μερικά παραδείγματα αυτής της πραγματικότητας.
Παράλληλα, οι αλυσίδες βελτίωσαν την ποικιλία προϊόντων στα ράφια τους, αν και στην πράξη αυτό έχει συμβεί κυρίως στα μεγαλύτερα καταστήματά τους. Στα ράφια των καταστημάτων έχουν ξεκινήσει, έστω και με περιορισμένη έκθεση, να εμφανίζονται μικροί παραγωγοί (βλέπε συνεργασία ΑΒ – ΣΜΟΕ), ενώ τέλος αρκετές φορές τον χρόνο οι αλυσίδες κάνουν προσφορές που αφορούν συχνά το σύνολο των κωδικών κρασιού και φτάνουν μέχρι και στο 30% κάτω από την αρχική αξία.
Προσπαθήσαμε να μάθουμε την αξία των πωλήσεων κρασιού των αλυσίδων, μέσω των φυσικών και των ψηφιακών τους καταστημάτων. Απευθυνθήκαμε στις εταιρείες ΑΒ Βασιλόπουλος, Σκλαβενίτης, Lidl, Mymarket και e-Fresh (αμιγώς ψηφιακό σούπερ μάρκετ), οι οποίες θεωρητικά έχουν και το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς. Καμία δεν θέλησε να μοιραστεί τα δεδομένα των πωλήσεών της.
Ωστόσο, η λογική λέει ότι ένας τυπικός πελάτης που θέλει να αγοράσει κρασί, θα βρει πιο εύκολα κάποιες επιλογές στο κοντινό κατάστημα μιας αλυσίδας σε σχέση με μια κάβα. Επίσης, οι ποσότητες φιαλών που αγοράζουν οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ τούς δίνουν συνήθως τη δυνατότητα να έχουν μειωμένη τιμή προϊόντος σε σχέση με τα φυσικά καταστήματα που εξειδικεύονται σε οινοπνευματώδη ποτά.
Από την άλλη, ένας οινόφιλος δύσκολα θα μπορέσει να βρει στο κατάστημα μιας αλυσίδας την ποικιλία κρασιών που μπορεί να βρει σε μια κάβα. Οπότε, αν θέλει να απολαύσει ένα συγκεκριμένο κρασί, είτε θα πρέπει να επισκεφθεί το κοντινότερο εξειδικευμένο κατάστημα ή να έχει δημιουργήσει μια μικρή κάβα στο σπίτι του, την οποία θα έχει τη δυνατότητα να ανατροφοδοτεί με αγορές μέσω ψηφιακών καταστημάτων.
Κάπως έτσι φαίνεται να διαμορφώνονται δύο βασικές κατηγορίες αγοραστών, οι οποίες δεν έχουν αυστηρά στεγανά. Για παράδειγμα, ένας οινόφιλος θα είναι πιο τακτικός πελάτης σε φυσικές και ψηφιακές κάβες, αλλά είναι πιθανό να επισκεφθεί και κάποιο σούπερ μάρκετ, είτε γιατί «ξέμεινε» είτε γιατί βρήκε δελεαστική προσφορά σε μια ετικέτα. Από την άλλη, ο αγοραστής mainstream κρασιών είναι συχνότερος επισκέπτης σε σούπερ μάρκετ και «ξεφεύγει» προς την κάβα όσο γίνεται πιο απαιτητικός.
Η λογική λέει ότι η αύξηση της πρώτης κατηγορίας είναι αναμενόμενη, καθώς περισσότεροι αγοραστές θα γίνονται πιο απαιτητικοί.
Η ποιότητα υπηρεσίας παίζει καταλυτικό ρόλο
Στις ψηφιακές αγορές υπεισέρχεται ένας παράγοντας που δεν συναντάμε στις αγορές από φυσικά καταστήματα. Πρόκειται για την εταιρεία που θα αναλάβει να μεταφέρει το προϊόν στον πελάτη.
Ο παράγοντας αυτός επηρεάζει τόσο την ποιότητα όσο και την τιμή του προϊόντος. Το κόστος συσκευασίας και μεταφοράς εξισορροπεί σε ένα ποσοστό τα μειωμένα λειτουργικά έξοδα του ψηφιακού καταστήματος. Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς είναι πιθανό να συμβεί μια ζημιά στο προϊόν, η οποία είναι ευθύνη του μεταφορέα ή του αποστολέα. Ένα τέτοιο περιστατικό επηρεάζει επίσης τα λειτουργικά έξοδα της επιχείρησης αλλά και τη φήμη της.
Από τα στοιχεία του ρεπορτάζ φαίνεται ότι το ποσοστό ζημιών δεν είναι αμελητέο, καθώς νούμερα από 3 έως 5% επί του τζίρου δεν είναι ασυνήθιστα. Σύμφωνα με τους εκπροσώπους των εταιρειών με τους οποίους μιλήσαμε, προσωρινά αναλαμβάνουν στο 100% την ευθύνη της ζημιάς, είτε για σπασμένη φιάλη είτε για αλλοιωμένο περιεχόμενο. Ωστόσο, είναι αναμενόμενο, καθώς οι αποστολές θα αυξάνονται, να αναζητηθούν λύσεις, κυρίως από την πλευρά των μεταφορικών εταιρειών, ώστε οι ζημιές να μειωθούν.
Κάτι άλλο που είναι επίσης αναμενόμενο είναι η χρήση τεχνολογίας στη συλλογή και τη συσκευασία των προϊόντων μιας παραγγελίας. Προσωρινά, καμία από τις εταιρείες που συμμετείχαν στο ρεπορτάζ δεν εφαρμόζει κάποια αυτοματοποίηση, ενώ σχεδόν όλες χρησιμοποιούν κάποιο ή κάποια από τα καταστήματά τους ως αποθήκες και εκεί γίνεται η προετοιμασία και η συσκευασία της παραγγελίας.
Όπως έχει ήδη συμβεί σε άλλες κατηγορίες προϊόντων, στο μέλλον οι εταιρείες θα πρέπει να σκεφτούν λύσεις αυτοματισμού και κατασκευή κεντρικών αποθηκών, όπου θα συλλέγονται και θα συσκευάζονται τα προϊόντα των παραγγελιών.
Αν δεν ξέρουν ποιος είσαι και τι πουλάς, πώς θα σε βρουν;
Τα ψηφιακά κανάλια πωλήσεων είναι σχεδόν αποκλειστικά συνδεδεμένα με μεθόδους ψηφιακής προώθησης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ρεπορτάζ, η υπηρεσία Google Ads είναι η πιο αποτελεσματική μεταξύ των άλλων ψηφιακών καναλιών προώθησης και των κοινωνικών δικτύων. Ωστόσο, σημαντικό μερίδιο στην προώθηση των προϊόντων φαίνεται να έχουν και πλατφόρμες όπως οι Skroutz.gr, Bestprice.gr, αλλά και οι πλατφόρμες delivery, όπως οι e-food και Wolt. Τις δυναμικές που αναπτύσσονται μεταξύ αυτών των επιλογών δεν καταφέραμε να τις αποτυπώσουμε με ακρίβεια. Ένα στοιχείο που προέκυψε από το ρεπορτάζ, το οποίο δεν μπορεί ωστόσο να θεωρηθεί απόλυτα ακριβές, είναι ότι κάποιες εταιρείες επέλεξαν να φύγουν από την πλατφόρμα skroutz.gr, όταν αυτή άλλαξε την πολιτική τιμολόγησης. Επίσης, Box Now και Wolt έχουν αρχίσει να μπαίνουν περισσότερο στον τομέα του κρασιού, με την πρώτη να αξιοποιεί έναν πολύ δελεαστικό τιμοκατάλογο υπηρεσιών.
Πρακτικά, οι θυρίδες παραλαβής δεμάτων που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια στις γειτονιές περιορίζουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των αλυσίδων σούπερ μάρκετ και θα το περιορίσουν ακόμα περισσότερο, όσο μειώνεται ο χρόνος από την παραγγελία έως την παράδοση. Να πούμε εδώ ότι ο χρόνος για κάποιες συγκεκριμένες κατηγορίες, όπως τα φρέσκα προϊόντα (λαχανικά, γάλα κ.λπ.), έχει πέσει κάτω από τη μία ώρα σε χώρες εκτός Ελλάδας. Στην Ελλάδα υπάρχουν ψηφιακά καταστήματα που υπόσχονται ήδη ότι μπορούν να παραδώσουν σε λιγότερο από 3 ώρες, είτε με δικά τους μέσα είτε με τη βοήθεια των delivery platforms.
Οινογνωσία
Χρήστος Δημητρακάκης, ιδιοκτήτης
Η εταιρεία, με έδρα στη Σπάρτη, ήταν γνωστή στην περιοχή της Πελοποννήσου πριν ξεκινήσει το ψηφιακό της κατάστημα. Η είσοδός της στις ψηφιακές πωλήσεις έγινε με όχημα μια επιθετική τιμολογιακή πολιτική, η οποία την έκανε γνωστή ακόμα και στα βορειότερα σημεία της χώρας, αλλά και με μια ευρεία λίστα κρασιών, η οποία πλέον ξεπερνά τους 2.500 κωδικούς.
Μέχρι και την περσινή χρονιά, η εταιρεία είχε καταφέρει να τριπλασιάσει τον τζίρο του ψηφιακού καταστήματος, το οποίο κάνει και τα 2/3 του συνολικού της τζίρου. Η αξία του μέσου καλαθιού για το 2022 διαμορφώθηκε περίπου στα 90 ευρώ, με τις ελληνικές ποικιλίες να αντιστοιχούν στο 70% των πωλήσεων.
Οι παραγγελίες προς τους πελάτες προετοιμάζονται στον ίδιο χώρο όπου γίνεται και η προετοιμασία των παραγγελιών της χονδρικής. Ωστόσο, στόχος της εταιρείας είναι να επενδύσει σε αυτοματισμούς στο άμεσο μέλλον. Η επένδυση αυτή είναι πιθανό να μειώσει τα έξοδα συσκευασίας – μεταφοράς, τα οποία το τελευταίο διάστημα ήταν αυξημένα, κυρίως εξαιτίας της ανόδου των τιμών στα υλικά συσκευασίας.
Το μεγαλύτερο ποσοστό παράδοσης των παραγγελιών γίνεται μέσω ταχυμεταφορικών εταιρειών, οι οποίες ευθύνονται κυρίως για ζημιές προϊόντων που φτάνουν μέχρι και το 5% του τζίρου. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της εταιρείας, εξαίρεση αποτελεί μέχρι στιγμής η Box Now. Ο ίδιος μας λέει ότι σε περίπτωση ζημιάς του προϊόντος ή αλλοίωσης του περιεχομένου, ο πελάτης χωρίς κανένα επιπλέον έξοδο παραλαμβάνει ένα ίδιο προϊόν ή γίνεται επιστροφή των χρημάτων του.
Το Google Ads είναι σε αυτή τη φάση το βασικό εργαλείο προώθησης του ψηφιακού καταστήματος, καθώς η συνεργασία που είχε η εταιρεία με τη Skroutz διακόπηκε, όταν η δεύτερη άλλαξε την τιμολογιακή της πολιτική.
Kylix
Δανάη Νομίδη, γενική διευθύντρια
Η πανδημία λειτούργησε καταλυτικά για την εταιρεία Kylix, με αποτέλεσμα αύξηση του τζίρου κατά 75% από το 2020 στο 2021 και διατήρηση του τζίρου στα ίδια επίπεδα το 2022. Σύμφωνα με την εκπρόσωπο της εταιρείας, πέτυχαν στον τζίρο αύξηση που το επιχειρηματικό πλάνο προέβλεπε σε βάθος 3 έως 5 ετών.
Το φυσικό κατάστημα συνεχίζει να υπερτερεί σε πωλήσεις με ποσοστό 60%. Ωστόσο, η διαφορά μειώνεται με γρήγορο ρυθμό, δεδομένου ότι το φυσικό κατάστημα είχε ήδη 7 χρόνια λειτουργίας πριν από τη δημιουργία του ψηφιακού. Το μέσο καλάθι ανά αγορά κυμαίνεται από 100 έως 120 ευρώ, με προτίμηση κυρίως σε ελληνικές ποικιλίες και εποχικότητα όσον αφορά τα είδη του κρασιού. Δεδομένου ότι η εταιρεία προβάλλει κρασιά από διεθνείς παραγωγούς, καθώς εξειδικεύεται σε αυτόν τον τομέα, οι αγοραστές φαίνεται να προσθέτουν συχνότερα αυτούς τους κωδικούς στο καλάθι τους.
Όσον αφορά το κομμάτι της διανομής, η εταιρεία έχει επιλέξει να γίνεται με ίδια μέσα εντός της Αττικής και σε συνεργασία με μεταφορικές εταιρείες για τις άλλες περιοχές. Ωστόσο, η άνοδος στην τιμή των καυσίμων και της συσκευασίας έχει αυξήσει το κόστος διανομής και κατ’ επέκταση περιορίζει την κερδοφορία, για να μην περάσει όλη η επιβάρυνση στον πελάτη.
Για την προετοιμασία των παραγγελιών η εταιρεία έχει ήδη επενδύσει σε αποθήκες επιφάνειας 700 τ.μ., όπου έχει τη δυνατότητα να αποθηκεύει εκατοντάδες κωδικούς για να εξυπηρετεί άμεσα τις παραγγελίες. Επίσης, για τη συσκευασία χρησιμοποιεί ειδικά χαρτοκιβώτια, τα οποία βελτιώνουν την ασφάλεια στη μεταφορά. Σε περίπτωση ζημιάς ή αλλοίωσης πριν από την αποστολή, η εταιρεία εφαρμόζει πολιτική αντικατάστασης του προϊόντος.
Σύμφωνα με την εκπρόσωπο της εταιρείας, η κατάργηση του φυσικού καταστήματος προϋποθέτει πελάτες που έχουν πολύ καλή γνώση του κρασιού, κάτι που δεν ισχύει για το μεγαλύτερο ποσοστό των αγοραστών. Επομένως, το κατάστημα θα συνεχίσει να υπάρχει ως ένας χώρος όπου ο πελάτης θα μπορεί να πάρει απαντήσεις σε απορίες του αλλά και να έρθει σε άμεση επαφή με την εικόνα του προϊόντος.
Το Google Ads είναι το βασικό εργαλείο προώθησης για το ψηφιακό κατάστημα. Ακολουθώντας όμως τις τάσεις για αγορές από πλατφόρμες παραγγελίας, η εταιρεία συνεργάζεται με τη Wolt και τη Skroutz. Επιπλέον, διατηρεί παρουσία στα κοινωνικά δίκτυα, τα οποία λειτουργούν συμπληρωματικά στην προώθηση των προϊόντων.
House of Wine
Μιχάλης Πικούνης, διευθύνων σύμβουλος
Η πανδημία έδωσε σημαντική ώθηση στις παραγγελίες του ψηφιακού καταστήματος της εταιρείας, η οποία από 10.170 παραγγελίες με 85.500 είδη που εξυπηρέτησε το 2019, ανέβηκε στις 17.600 παραγγελίες με 149.270 είδη το 2020. Τα μεγέθη αυτά αφορούν αποκλειστικά παραγγελίες που έγιναν μέσω του site και αντιπροσωπεύουν περίπου το 50% του συνολικού τζίρου, ενώ το υπόλοιπο 50% μοιράζεται σε πελάτες του φυσικού καταστήματος και παραγγελίες που γίνονται τηλεφωνικά.
Αρχική » ΟΙ ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ ΚΡΑΣΙΟΥ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ
Με την υποχώρηση της πανδημίας, οι online πωλήσεις επέστρεψαν στα νούμερα του 2019, διατηρώντας ένα μικρό ποσοστό της αύξησης. Σύμφωνα με την εταιρεία, η εικόνα αυτή δείχνει ότι ο Έλληνας αγοραστής μπορεί –αν πρέπει– να παραγγείλει online, εντούτοις όταν έχει εναλλακτικές δεν θα μπει στη διαδικασία αυτή. Ωστόσο, η παρούσα κατάσταση αναμένεται να αλλάζει όσο οι νέες γενιές μπαίνουν στην αγορά του κρασιού και η οινική κουλτούρα βελτιώνεται. Η αλλαγή κουλτούρας θα μετακινήσει και ένα ποσοστό των αγοραστών από τα σούπερ μάρκετ, που αποτελούν τώρα το βασικό κανάλι πώλησης στις κάβες και κατ’ επέκταση στα ψηφιακά τους καταστήματα.
Το σύνολο των παραγγελιών συσκευάζεται στο κεντρικό κατάστημα της εταιρείας στο Χαλάνδρι, το οποίο λειτουργεί και ως αποθήκη.
Η προώθηση μέσω Google Ads είναι με απόσταση το πιο επιτυχημένο εργαλείο για την εταιρεία, η οποία αξιοποιεί επίσης και τα κοινωνικά δίκτυα.
Warehouse
Γιώργος Κανόπουλος, συνιδιοκτήτης
Πρακτικά, η περσινή χρονιά ήταν η πρώτη για το ψηφιακό κατάστημα, οπότε η σύγκριση με το παρελθόν δεν είναι εφικτή. Ωστόσο, από τη μέχρι τώρα εικόνα, η εταιρεία αναμένει τουλάχιστον διπλασιασμό του τζίρου για την τρέχουσα χρονιά. Το μέσο καλάθι έχει αξία κοντά στα 135 ευρώ και γεμίζει κυρίως με προϊόντα παραγωγών στο εξωτερικό, με κάποιους από τους οποίους η συνεργασία είναι αποκλειστική. Το στοιχείο που ξεχωρίζει στο καλάθι είναι οι αφρώδεις οίνοι, στους οποίους η εταιρεία προσπαθεί να εξειδικευτεί, προσφέροντας μεγάλη ποικιλία κωδικών.
Για τον τομέα της διανομής, η συνεργασία με τις Wolt και efood, οι οποίες διαθέτουν ειδική περιοχή για το κρασί, δίνει λύσεις για τον πελάτη που θέλει μια φιάλη κρασί την τελευταία στιγμή. Πρακτικά, ο πελάτης μπορεί να παραγγείλει μια φιάλη καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας του καταστήματος και να την παραλάβει σε λίγα λεπτά, εφόσον το προϊόν είναι διαθέσιμο. Οι προμήθειες των πλατφορμών γι’ αυτή την υπηρεσία είναι λίγο χαμηλότερες σε σχέση με τις προμήθειες των προμηθειών για το φαγητό, αλλά είναι αρκετά υψηλές ώστε να επηρεάζουν την κερδοφορία της επιχείρησης, παρότι ένα ποσοστό της προμήθειας περνά στον τιμοκατάλογο online παραγγελίας. Παράλληλα, η εταιρεία έχει ξεκινήσει διερευνητική συζήτηση με τη Skroutz για προώθηση και διανομή, καθώς και με εταιρείες που διαθέτουν θυρίδες για παραλαβή του προϊόντος από τον πελάτη.
Η συλλογή των προϊόντων μιας παραγγελίας, ανάλογα με την περίπτωση, γίνεται είτε στο κοντινό κατάστημα, αν πρόκειται για παραγγελία από τις πλατφόρμες delivery, είτε στο κεντρικό κατάστημα, αν πρόκειται για παραγγελίες που γίνονται μέσα από το ψηφιακό κατάστημα. Στόχος της εταιρείας είναι να πετύχει παράδοση παραγγελίας την ίδια ημέρα, ενώ σε αυτή τη φάση εξυπηρετεί την επόμενη μέρα για Αττική και τη μεθεπόμενη για επαρχία. Προσωρινά, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της εταιρείας, δεν υπάρχει ανάγκη να γίνει κάποια επένδυση σε αυτοματισμούς για την προετοιμασία της παραγγελίας. Η πολιτική σε περίπτωση κατεστραμμένης φιάλης ή αλλοιωμένου προϊόντος είναι αντικατάσταση προϊόντος ή επιστροφή χρημάτων. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της εταιρείας, το φαινόμενο αυτό, ειδικά σε προϊόντα που πάνε στην επαρχία, ξεπερνά το 5% επί του συνόλου των παραγγελιών, παρά το γεγονός ότι οι εταιρείες μεταφορών έχουν αυξήσει το κόστος μεταφοράς και άρα θα έπρεπε να είχαν βελτιώσει την ποιότητα υπηρεσιών.
Σε αυτή τη φάση, το βέλτιστο εργαλείο για την προώθηση των προϊόντων του ψηφιακού καταστήματος είναι το Google Ads, ενώ επιπλέον η εταιρεία διατηρεί παρουσία σε κοινωνικά δίκτυα και, όπως προαναφέραμε, εξετάζει συνεργασία με πλατφόρμα προώθησης.
Mycava
Κωνσταντίνος Βούλτσος, διεύθυνση B2B
Με ξεκίνημα από τη Θεσσαλονίκη και το πρώτο κατάστημα να ανοίγει στην Αθήνα πριν από δύο χρόνια, η εταιρεία δραστηριοποιείται στην αγορά του κρασιού για περισσότερα από 100 χρόνια. Ωστόσο, με αυτή τη διακριτική ονομασία, Mycava, η ιστορία της ξεκινά το 2016.
Στο σύνολο της τριετίας, η μεταβολή του κύκλου εργασιών του ψηφιακού καταστήματος της εταιρείας είναι κοντά στο 50%. Το ψηφιακό κατάστημα κάνει περίπου το 17% του συνολικού κύκλου εργασιών, με μέσο όρο ανά καλάθι κοντά στα 45 ευρώ.
Η πανδημία ήταν περισσότερο μια ευκαιρία για τον αγοραστή να εκπαιδευτεί στις ψηφιακές αγορές, αλλά παράλληλα να διαπιστώσει τις δυσκολίες στη μεταφορά των προϊόντων, ειδικά σε μια περίοδο που οι ταχυμεταφορές λειτουργούσαν στο «κόκκινο». Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της εταιρείας, στη διάρκεια της πανδημίας, στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, αυξήθηκε η προσέλευση στα καταστήματα, παρά τα περιοριστικά μέτρα, καθώς για τον κόσμο οι αγορές έγιναν μια διέξοδος από το σπίτι.
Αυξημένα από 15 έως 30% είναι τα έξοδα μεταφορών ανάλογα με τις διαφορετικές υπηρεσίες μεταφορών. Η μικρότερη αύξηση αφορά τις εταιρείες ταχυμεταφορών, ενώ οι μεγαλύτερες αυξήσεις τις υπόλοιπες εταιρείες. Αν σε αυτά τα ποσοστά προστεθεί και η αύξηση του κόστους συσκευασίας, τότε το ποσοστό ξεπερνά το 30% και φτάνει μέχρι και το 50%. Προσωρινά, η εταιρεία δεν έχει κάποια συνεργασία με εταιρείες που παραδίδουν προϊόντα μόνο σε θυρίδες, είναι όμως στα άμεσα σχέδιά της και για τον λόγο αυτό βρίσκεται σε συζητήσεις με εταιρεία που εδρεύει στη Βόρεια Ελλάδα. Όσον αφορά τις ζημιές κατά τη μεταφορά, η εκτίμηση είναι περίπου στο 2 έως 3%. Σε περίπτωση ζημιάς, η εταιρεία καλύπτει 100% το κόστος, είτε με αλλαγή προϊόντος είτε με επιστροφή χρημάτων.
Παρότι, μεταξύ των ψηφιακών μέσων που χρησιμοποιεί η εταιρεία για την προώθηση του ψηφιακού καταστήματος, η υπηρεσία Google Ads φαίνεται να ξεχωρίζει, οι πελάτες στη Θεσσαλονίκη βασίζονται ακόμα πολύ στη γνώμη άλλων πελατών και γι’ αυτό στα κοινωνικά δίκτυα το Instagram έχει μεγάλη απήχηση. Αυτός είναι και ένας λόγος που η εταιρεία επέλεξε να διακόψει τη συνεργασία της με τη Skroutz ως πλατφόρμα προώθησης και να ξεκινήσει συνεργασία με τη Wolt, με όφελος την αμεσότητα στην αποστολή του προϊόντος, εφόσον αυτό είναι διαθέσιμο στο κατάστημα.
Το φυσικό κατάστημα παραμένει για την εταιρεία ένα πολύ σημαντικό κανάλι επαφής με τον πελάτη και η εκτίμηση είναι ότι θα συνεχίσει να συμβαίνει το ίδιο και τα ερχόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της εταιρείας, ο πελάτης δεν είναι ακόμα τόσο εκπαιδευμένος στις ψηφιακές αγορές και επιπλέον θέλει να έρχεται στο κατάστημα, όπου έχει την επιλογή να δοκιμάσει κάποια κρασιά και επιπλέον να ακούσει τις προτάσεις των ειδικών.