Την τελευταία εβδομάδα, μπορεί να είμαι και ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου.
Ακούγεται εμφατικό και βαρύγδουπο, αλλά σε καθημερινή βάση οδηγώ τη μοτοσικλέτα μου και έχω καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας αυτή την αίσθηση δροσιάς που είχα σχεδόν ξεχάσει μετά από τρεις μήνες παρατεταμένης αφόρητης ζέστης.
Κλιματική αλλαγή ονομάζεται και είναι προφανώς η μάγισσα που όλοι θα θέλαμε να κάψουμε, το δημοσιογραφικό κλισέ, το απόλυτο άλλοθι για ό,τι κακό και αναπάντεχο μας συμβαίνει.
Με μια λιγότερο εγωιστική ματιά, συνειδητοποιώ πως η κλιματική αλλαγή επιδρά σε πολύ πιο ζωτικούς τομείς της καθημερινότητάς μας σε σύγκριση με την οδηγική μου συμπεριφορά. Ένας από αυτούς τους τομείς είναι η καλλιέργεια της γης και πιο ειδικά το θέμα που μας ενδιαφέρει, η καλλιέργεια του αμπελιού.
Σε μια πολύωρη συζήτηση που είχα πρόσφατα με τον Αntoine Graillot, παραγωγό στην περιοχή του Crozes Hermitage, μου εξηγούσε πως ο ίδιος αλλά και πολλοί συνάδελφοί του προσανατολίζονται στην αλλαγή ποικιλιακού χαρακτήρα στα κρασιά τους, αφού οι ήδη υπάρχουσες (και για πολλά χρόνια εγκαθιδρυμένες στο νομοθετικό σύστημα αξιολόγησης) ποικιλίες δυσκολεύονται σε μεγάλο βαθμό να παράγουν κρασιά με τα χαρακτηριστικά που για πολλές δεκαετίες παρήγαν. Για όλους εμάς που το βλέπουμε ως θεατές-καταναλωτές, η αναμπέλωση ακούγεται εύκολη και προφανώς λύση επιβίωσης, αλλά μπαίνοντας στα παπούτσια του παραγωγού που καλείται να αποχωριστεί το Classification, προσωπικά μού φαντάζει εφιαλτικό.
O κάθε Graillot θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να αποχωριστεί τη θαλπωρή και την αναγνωρισιμότητα του συστήματος αξιολόγησης (Appellation d’Origine Contrôlée), να επιλέξει διαφορετική ποικιλία που θα είναι πιο ανθεκτική στις παρούσες κλιματολογικές συνθήκες και να μπει στα αχαρτογράφητα νερά της επαναξιολόγησης. Αν το «αποστάξουμε», πρέπει να αποχωριστεί ό,τι έχτισαν οι πρόγονοί του κατά τη διάρκεια πολλών δεκαετιών και να πορευτεί με μια πιο vin de liberté προσέγγιση. Τρομάζω μόνο που το σκέφτομαι… Αν το καλοσκεφτούμε όλοι εμείς οι συλλέκτες, καταναλωτές, αγοραστές, εξαγοράζαμε στα ποτήρια μας αυτή την πληροφορία, αυτή τη συσσωρευμένη γνώση που είχε ταξιδέψει από γενιά σε γενιά και τώρα θα πρέπει να την πετάξουμε στον κάλαθο των αχρήστων.
Θα ήθελα πολύ να χαρακτηριστώ γκρινιάρης, απαισιόδοξος, αλλά φοβάμαι πως η επίδραση της κλιματικής αλλαγής είναι κάτι όχι και τόσο μακρινό. Παρατηρώ επίσης πως, λόγω του καιρού, σε λιγότερο σημαντικό βαθμό επηρεάζονται και οι καταναλωτικές μας συνήθειες. Πιο συγκεκριμένα, παραδοσιακά στην Ελλάδα πίναμε τα λευκά και τα ροζέ κρασιά από τα μέσα της άνοιξης μέχρι τις πρώτες βροχές και την πτώση της θερμοκρασίας, που έδιναν τη σκυτάλη στην ερυθρή κατανάλωση.
Αρχική » ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΠΟΥ ΜΑΣ ΟΡΙΖΕΙ
Τα τελευταία χρόνια, ακόμα και σε παραδοσιακά ψυχρούς μήνες όπως ο Δεκέμβριος, εμείς τρώμε και πίνουμε στα τραπεζάκια έξω και ακού- με στο μετεωρολογικό δελτίο για ασυνήθιστες για την εποχή θερμοκρασίες. Πρακτικά, έχουμε συνδέσει την κατανάλωση του λευκού και του ροζέ κρασιού ως κάτι το δροσιστικό με την ηλιοφάνεια και τις υψηλές θερμοκρασίες. Αντίστοιχα, με τα πρώτα κρύα, ψυχολογικά επιστρέφαμε πολύ λογικά στην κατανάλωση του ερυθρού.
Αναπόφευκτα, τα τελευταία χρόνια με την παρατεταμένη καλοκαιρία, τα ρωμαλέα, πληθωρικά κόκκινα κρασιά δεν ανακυκλώνονται ιδιαίτερα στα ράφια της κάβας μας, σε αντίθεση με τα λευκά και τα ροζέ που εξαντλούνται. Εναλλακτικά, εμφανίζεται και μια πιο δροσιστική διάθεση όσον αφορά τα κόκκινα κρασιά, που απολαμβάνουμε παγωμένα. Πολύ λογική αντίδραση εκ μέρους μας, αρκεί να επιλέγουμε πιο ντελικάτα κρασιά και όχι ιδιαίτερα τανικά. Cabernet Franc από την κοιλάδα του Λίγηρα, Lagrein από το Alto Adige, νεοκοσμίτικα Merlot θα παγώσουν μια χαρά, δεν θα επηρεαστεί δραστικά ο αρωματικός τους χαρακτήρας στον πάγο και δεν θα εισπράξουμε τη δυσάρεστη μεταλλική αίσθηση των παγωμένων τανικών κρασιών.