ΟΡΕΙΝΑ ΧΑΝΙΑ

Νίκος Ιωαννίδης

Το κλάμα ενός μωρού που ακούγεται, για πρώτη φορά μετά από χρόνια, σε ένα χωριό με επτά κατοίκους. Μια συνταγή που είχε χαθεί στον χρόνο ήρθε στο φως και ταξιδεύει.
Ένα λευκό και δύο κόκκινα σταφύλια. Ένα κρασί τόσο ίδιο και τόσο ακραία διαφορετικό, φτιαγμένο από ανθρώπους που πορεύονται με κοινές αξίες. Παράλληλες ιστορίες που μπλέκονται γύρω από τους πρωταγωνιστές τους.

Η Μυρσίνη Αρχοντάκη και ο Αιμίλιος Αντρέι είναι οινοποιοί, που έχουν ξεκινήσει να φτιάχνουν κρασί τα τελευταία τέσσερα χρόνια στα Χανιά. Ο Αιμίλιος καλλιεργεί αμπέλια στα Τεμένια, στα ορεινά κομμάτια των Χανίων που κοιτάζουν προς το Λιβυκό Πέλαγος, και η Μυρσίνη στον τόπο καταγωγής της οικογένειάς της, κοντά στα Τοπόλια.
Δύο παράλληλες ιστορίες που εξελίσσονται και πολλές φορές τέμνονται, μακριά από αυτά που θα γνωρίσουν οι περισσότεροι επισκέπτες.

Τα Χανιά είναι μια περιοχή τουριστική, ειδικά στο παραλιακό μέτωπο και ακόμα πιο συγκεκριμένα στο βόρειο τμήμα του. Η παλιά πόλη με το Ενετικό Λιμάνι προσελκύει επισκέπτες από κάθε γωνιά του κόσμου· κυριολεκτικά.

Η εικόνα είναι μαγευτική, αλλά πολύ μακρινή για τους ανθρώπους της ενδοχώρας, που ζουν σε έναν άλλο κόσμο. Ο κόσμος τους είναι η φύση· είναι τα αμπέλια, οι ελιές, τα φυτά και τα βότανα.

Ο Αιμίλιος Αντρέι σπούδασε Οδοντιατρική στο Ιάσιο της Ρουμανίας, τόπο καταγωγής του πατέρα του, και σύντομα αποφάσισε να ασχοληθεί με το κρασί. Η προσπάθειά του ξεκίνησε στον τόπο της μητέρας του, στα Χανιά. Εκεί, αναζητώντας κάτι που θα του ταίριαζε, ανακάλυψε παλιά, προφυλλοξηρικά αμπέλια στα βουνά πάνω από την Κάντανο, στους πρόποδες των Λευκών Ορέων.
Μοσχάτο Σπίνας και Κοτσιφάλι για τα κρασιά του που κυκλοφορούν με την ονομασία Αόρι. Αναζητά την απόλυτη έκφραση της ποικιλίας όπως αυτή έρχεται από κάθε αμπέλι. Τα εδάφη, η κλίση, ο προσανατολισμός, το υψόμετρο, το κλίμα, κυρίως όμως οι εικόνες που θα συναντήσεις αν βρεθείς εκεί, περνάνε με έναν μαγικό τρόπο από τη φύση μέσα στο ποτήρι.

Νιώθεις την ένταση του σχιστόλιθου, της πέτρας που πατάς μέσα στο αμπέλι και το θυμάρι που δέχεται τις φροντίδες της πεταλούδας. Και όμως γίνεται.
Στην προσπάθειά του ο Αιμίλιος έχει συνεργάτη τον Δημήτρη Σκούρα και συνοδοιπόρους ένα ζευγάρι που άφησε την Αθήνα για να επιστρέψει στη γενέτειρά του και να ασχοληθεί με τη γη και τα ζώα.

Το οινοποιείο Potolo στεγάζεται στο παλιό καφενείο του παππού της Μυρσίνης, στο χωριό Τσουρουνιανά Χανίων.

Ο Γιώργος και η Κατερίνα, αμπελουργοί, κτηνοτρόφοι και πολλά άλλα, είναι οι άνθρωποι που έχουν πιστέψει στο ίδιο όνειρο. Καλλιεργούν τα αμπέλια τους και δίνουν σταφύλια στον Αιμίλιο, παλεύουν να κρατήσουν ζωντανή την ιστορία τους: τα αμπέλια του τόπου σε μέρη δύσκολα και δύσβατα. Όπως λέει η Κατερίνα, ο 30χρονος από τα Χανιά, χάρη στο όραμά του, ουσιαστικά ξαναδίνει ζωή στο χωριό: στα Τεμένια με τις επτά οικογένειες και τη μία ταβέρνα.

Η ταβέρνα είναι μια ιστορία που αξίζει. Ο Σήφης μάς φέρνει τσιγαριαστό, αλλά και αρνί με φασολάκια και μια δική του μυζήθρα σκέτο βούτυρο, ενώ η μητέρα του, η κυρία Βασιλική, μας έβγαλε ένα στιφάδο με κάστανα. Η συνταγή και η ιστορία της γι’ αυτό το ξεχασμένο παραδοσιακό φαγητό κέρδισαν διαγωνισμό, γράφτηκαν κάποτε σε ένα βιβλίο στη Φινλανδία, οι τουρίστες το ζητούσαν κι έτσι ξεκίνησε πάλι να φτιάχνει αυτό που θυμάται να έτρωγε όταν ήταν μικρή και λέει:
«Τι να κάναμε, μας ξεγελούσαν με τα κάστανα, αφού δεν είχαμε κρέας».

Κάστανα από τον χειμώνα στο βάζο, μελωμένη σαλτσούλα με πολύ λάδι, αφού δεν θα πάρεις λίπος από κρέας, λίγη ντομάτα και μερικά κρεμμύδια με λίγα μπαχάρια. Σβήσιμο με μαρουβά και τέλος.
Αν δεν μπορείτε να πάτε στα Τεμένια, δοκιμάστε το στο Pharaoh, όπου το αναβιώνει ο Μανώλης Παπουτσάκης.

Ο Αιμίλιος Αντρέι φτιάχνει ένα Μοσχάτο Σπίνας, αυτό που έχει μέσα του το θυμάρι που λέγαμε. Σε ένα από τα αμπέλια απ’ όπου παίρνει σταφύλι, στα 750 μέτρα, δεν μπορείς καν να μπεις να περπατήσεις. Είναι ένα λιβάδι με καταπράσινα φύλλα, με φύτευση τόσο πυκνή –1.500 φυτά το στρέμμα– που τα κλαδιά των φυτών ενώνονται σαν να θέλουν να αγκαλιαστούν. Δεν το χωράει ο νους πώς τρυγάνε οι άνθρωποι εδώ.

Τα δύο κόκκινα είναι από Κοτσιφάλι, το πρώτο με σταφύλια από διαφορετικά αμπελοτόπια κι ένα μόνο από τον Σάνταλο. Μια premium, single vineyard εκδοχή της ποικιλίας σε πολύ μικρό αριθμό φιαλών, γεμάτη φρούτο και κομψότητα, από ένα αμπελοτόπι που εκτείνεται σε δύο επίπεδα με σχιστόλιθο.

Στην άλλη πλευρά του βουνού, λίγο πιο δυτικά, μετά από οδήγηση μισής ώρας βρίσκουμε μαζί με τον Αιμίλιο μια παρέα που σκέφτεται με παρόμοιο τρόπο.
Η αίσθηση που έχεις τη στιγμή που φεύγεις από ένα μέρος και χαιρετάς τους ανθρώπους που σε φιλοξένησαν είναι συνήθως αλάθητος παράγοντας.

Και από τα Χανιά, στη μνήμη μένουν μόνο χαμόγελα, στιβαρές και περήφανες χειραψίες – γιατί στην Κρήτη είσαι στην τελική – αλλά και συγκινήσεις και δάκρυα. Αισθήματα δηλαδή που έφερε το κρασί.

Το Potolo είναι ένα συνεργατικό δημιούργημα της Μυρσίνης Αρχοντάκη, του Στράτου Παπουτσόγλου και του Αλέξανδρου Μαυρόπουλου.
Κρασιά πολύ χαμηλής παρέμβασης, ακόμα πιο ήπιες μέθοδοι από το Αόρι και ένας χώρος γευσιγνωσίας στο παλιό καφενείο του παππού της Μυρσίνης, το οποίο είχε εγκαταλειφθεί για χρόνια, στο μικρό χωριό Τσουρουνιανά.

Επτά οικογένειες είπαμε στα Τεμένια, επτά άνθρωποι συνολικά εδώ. Η τριάδα που εγκαταστάθηκε από το 2021 κι έστησε το εγχείρημα του Potolo, τους δίνει ζωή. Οι άνθρωποι που έρχονται εδώ ζωντανεύουν ένα σχεδόν άδειο, έρημο τοπίο.

Για μας, το τραπέζι μετά την πρώτη γευσιγνωσία γέμισε γρήγορα με νόστιμα καλοκαιρινά φαγητά του τόπου και ιστορίες των ανθρώπων σαν αυτήν: Καλοκαιρινό σούρουπο στο χωριό, μια μικρή συνάθροιση με φίλους με αφορμή μια γιορτή, γέλια, χαρές και τραγούδια, και μέσα στη νύχτα, κάπου, ένα μωρό που κλαίει.

Στην ταβέρνα Τεμένια, η κυρία Βασιλική μάς μαγείρεψε κάστανα στιφάδο, μια παραδοσιακή συνταγή με κάστανα του χωριού.

Το πρωί, η Μυρσίνη ένιωσε την ανάγκη να «απολογηθεί» για τη φασαρία της προηγούμενης βραδιάς στη γειτόνισσα και πήρε μια απάντηση για άλλα δάκρυα, όχι του παιδιού.
«Ξέρεις πόσα χρόνια έχει να ακουστεί κλάμα μωρού στο χωριό;»

Τι κοινό έχουν οι τρεις τους, εκτός από ανεπτυγμένη κοινωνική και περιβαλλοντική συνείδηση, ενέργεια, φλόγα στο βλέμμα αλλά και όνειρα; Την capoeira. Η Μυρσίνη ήταν για χρόνια οινολόγος σε μεγάλο οινοποιείο της Κρήτης, ο Στράτος ανάμεσα στα άλλα δίδασκε (και συνεχίζει να το κάνει) capoeira και έτσι ήρθαν σε επαφή σε μια εκδήλωση στο Ηράκλειο, ενώ μέσα από αυτό γνωρίστηκαν και με τον Αλέξανδρο, που εργαζόταν για χρόνια σε μια (πολύ) μεγάλη πολυεθνική στο κομμάτι των υπολογιστών.

Από την Αθήνα στα Τσουρουνιανά, μέσα στον COVID, για ένα εγχείρημα που δεν φάνταζε και το πιο αισιόδοξο. Ήταν όμως ένα μικρό παράθυρο που έβλεπε προς τη διέξοδο. Τελικά το άνοιξαν με τον δικό τους τρόπο, συνεχίζουν να λειτουργούν συνεργατικά και προχωράνε.

Τα κρασιά και το ελαιόλαδό τους, για να γυρίσουμε στο τραπέζι, δεν ήρθαν να συμπληρώσουν το γεύμα, αλλά το μετέτρεψαν σε μια μοναδική εμπειρία.
Επέλεξαν να καλλιεργούν με τον πιο απλό τρόπο δύο γηγενείς ποικιλίες. Το λευκό είναι το ίδιο, Μοσχάτο Σπίνας, όπως και στον Αιμίλιο, και το Αόρι.

Χωρίς πολλή σκέψη, βάλαμε τα δύο κρασιά δίπλα δίπλα, για να ανακαλύψουμε πόσο διαφορετική έκφραση μπορεί να έχει μια ποικιλία στην ίδια λίγο-πολύ περιοχή, ανάλογα με τη φιλοσοφία και το χέρι του οινοποιού. Δεν είναι μια σύγκριση, δεν χρειάζεται άλλωστε κάτι τέτοιο, αφού μια τέτοια λέξη θα εμπεριείχε το στοιχείο του ανταγωνισμού, και η παρέα των τριών με τον Αιμίλιο δείχνει ότι δεν λειτουργεί έτσι. Στην ουσία είναι μια ευκαιρία για να ανακαλύψεις και μια ανταλλαγή απόψεων.

Στα κόκκινα η τριάδα ψηφίζει, αντί για Κοτσιφάλι, τη χανιώτικη παρεξηγημένη ποικιλία Ρωμέικο. Ταυτισμένο συνήθως με μαρουβάδες, εδώ αλλάζει κι έρχεται σε τελείως διαφορετική εκδοχή, μακριά από οξειδωτικές εκδοχές.
Ζουμερά φρέσκα φρούτα με μια απαλή δροσιά στο στόμα. Είδαμε κι άλλα, είδαμε πειραματικές εμφιαλώσεις, ήπιαμε ακόμα και αφρώδες από Ρωμέικο, φτιαγμένο με την παραδοσιακή μέθοδο της Καμπανίας, αλλά πιο πολύ μιλήσαμε, γελάσαμε, νιώσαμε άνετα και απλά σε έναν χώρο ανεπιτήδευτο, με αισθητική και χρώμα.

Η αίσθηση που έχεις τη στιγμή που φεύγεις από ένα μέρος και χαιρετάς τους ανθρώπους που σε φιλοξένησαν είναι συνήθως αλάθητος παράγοντας.
Και από τα Χανιά, στη μνήμη μένουν μόνο χαμόγελα, στιβαρές και περήφανες χειραψίες, αλλά και συγκινήσεις και δάκρυα. Αισθήματα δηλαδή που έφερε το κρασί. ¶

TAGS.

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Με την εγγραφή σας στη λίστα των παραληπτών θα λαμβάνετε το newsletter του grape!

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Νέες Ετικέτες

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Με την εγγραφή σας στη λίστα των παραληπτών θα λαμβάνετε το newsletter του grape!