Ξεκίνησε να γίνει φωτογράφος, αλλά μόλις ολοκλήρωσε τον πρώτο κύκλο…
Με τις τιμές της γης να ξεφεύγουν κάθε χρόνο προς τα πάνω, οι παραγωγοί κρασιού στρέφονται σε περιοχές που βρίσκονται εκτός των γνωστών apellation και είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν την αναγνωρισμένη Ονομασία Προέλευσης στην ετικέτα τους για μία αύξηση της παραγωγής τους κατά αρκετές χιλιάδες φιάλες. Αυτό συμβαίνει σχεδόν σε κάθε οινοπαραγωγική ζώνη του κόσμου, φυσικά το συναντάμε και στη Γαλλία.
Στη Βουργουνδία, ο επίδοξος επενδυτής θα χρειαστεί να ξοδέψει περίπου 7 εκατομμύρια Ευρώ για ένα εκτάριο (10 στρέμματα) σε Gran Cru αμπελώνα στην Côte d’Or, αν βρει βέβαια κάτι τέτοιο διαθέσιμο. Και οι τιμές ανεβαίνουν με ρυθμό πάνω από 5% το χρόνο. Στο Bordeaux η αύξηση των τιμών για αμπελώνες στο Pauillac φτάνει και στο 22% το χρόνο, με την τιμή του εκταρίου να έχει εκτιναχθεί στα 2,8 εκατομμύρια Ευρώ. Στην Καμπανία (Champagne) καταγράφεται αύξηση των τιμών με ρυθμό πάνω από 20%. Για να καταλάβουμε πόσο επηρεάζει η Καμπανία τη γαλλική αγορά αμπελιών αρκεί να δούμε τις μέσες τιμές, που διαμορφώνονται σε 150.000 Ευρώ το εκτάριο για όλη τη χώρα (στοιχεία του 2020) και πέφτουν στα 78.000 αν αφαιρέσουμε από τη εξίσωση τα αμπέλια της Καμπανίας. Στον Ροδανό, η εικόνα είναι λιγο πολύ ίδια. Με 1,5 εκτομμύριο Ευρώ για ένα εκτάριο στο Côte-Rôtie και 450.000 στο Châteauneuf-du-Pape, το λες και ευκαιρία.
Η διαφορετική μορφολογία, το κλίμα, οι ποικιλίες, οι μέθοδοι οινοποίησης συνθέτουν μια από τις πιο γνωστές και πιο σημαντικές οινικές περιοχές της Γαλλίας. Αφήνοντας το νότιο κομμάτι, που κυριαρχεί το Châteauneuf-du-Pape, θα πάμε κατευθείαν στα ψηλά. Εκεί, στον Βόρειο Ροδανό ανεβαίνουν και οι τιμές.
Τα Syrah από το Côte-Rôtie και το Hermitage μπορούν να χτυπήσουν μεγάλα νούμερα στο ράφι, ειδικά αν πρόκειται για κρασιά μεγάλων και φημισμένων παραγωγών. Σήμερα όμως, υπάρχουν περίπου είκοσι οινοποιεία από τον Βόρειο Ροδανό, περισσότερο ή λιγότερο γνωστά, που έχουν στραφεί ήδη σε νέα γη. Το νέο trend είναι το Seyssuel.
Το Seyssuel είναι ένας αμπελώνας που βρίσκεται στους λόφους πάνω από τη Vienne (Βιέν) στην αριστερή όχθη του Ροδανού. Τα αμπέλια καλλιεργούνται εκεί από τη Ρωμαϊκή εποχή αλλά καταστράφηκαν από τη φυλλοξήρα τον 19ο αιώνα. Επανήλθε σχετικά πρόσφατα στο προσκήνιο. Τα τελευταία 25 χρόνια είναι πολλοί οι φημισμένοι παραγωγοί του Ροδανού που πήραν εκεί ένα κομμάτι γης και το φύτεψαν.
Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει καμία επίσημη ονομασία για τα κρασιά που παράγονται από αυτά τα αμπέλια, εκτός από την χαμηλή γενική ονομασία “Collines Rhodaniennes”. Κρασιά κατηγορίας IGP ή όπως θα λέγαμε αντίστοιχα στην Ελλάδα, Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ). Η περιοχή όμως βρίσκεται υπό εξέταση από το Institut National de L’Origine et de la Qualité (INAO) για να αποτελέσει μία νέα Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης και μάλιστα της ανώτατης κατηγορίας. Στον Ροδανό, η γενική κατηγορία Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (AOC) για λευκά, ροζέ και κόκκινα είναι το Côte D’ Rhône. Aκολουθεί το Côte D’ Rhône Village ενώ ανεβαίνοντας ακόμα πιο πάνω συναντάμε τα named village για να φτάσουμε στην κορυφή της κατηγορίας σε μια ποιοτική διαβάθμιση όπου βρίσκονται τα 17 Crus.
Αρχική » ΤΟ ΝΕΟ CRU ΤΟΥ ΒΟΡΕΙΟΥ ΡΟΔΑΝΟΥ
“Πρέπει να πουλήσουμε το κρασί με βάση την ποιότητα, επειδή δεν έχουμε την ονομασία”, λέει ο Yves Cuilleron, ένας από τους σπουδαίους οινοποιούς της περιοχής και προσθέτει: “Αλλά έχουμε ιστορία και φήμη ως οινοποιοί. Πολλοί πελάτες θέλουν να δοκιμάσουν τα κρασιά μας”.
Τα εδάφη στο Seyssuel είναι κυρίως σχιστολιθικά και ο προσανατολισμός των αμπελιών νότιος και δυτικός, σε αντίθεση με εκείνα στο Côte-Rôtie που βρίσκεται στη δεξιά όχθη του ποταμού και τα αμπέλια κοιτούν ανατολικά, επωφελούμενα από τον πρωινό ήλιο. Οι καλλιεργητές βέβαια ισχυρίζονται ότι τα σταφύλια στο Seyssuel έχουν καλύτερα επίπεδα ωρίμανσης και είναι πιο γευστικά, τόσο το ερυθρό Syrah όσο και το λευκό Viognier.
Τα ερυθρά κρασιά του Seyssuel θεωρούνται ευκολόπιοτα και μπορούν να καταναλωθούν σχετικά φρέσκα ενώ ταυτόχρονα διαθέτουν δυνατότητες παλαίωσης. Το Syrah της περιοχής είναι κομψό με πολυπλοκότητα, σωστή δομή, χωρίς πολλές τανίνες, ενώ διατηρεί τον μοναδικό φρουτώδη χαρακτήρα που καθιέρωσε στους παγκόσμιους οινικούς κύκλους τα κρασιά του Βόρειου Ροδανού και ιδαίτερα εκείνα του Hermitage και του Côte-Rôtie .