Είναι τέλη Νοέμβρη, ξημερώματα, και έξω έχει ήδη αρχίσει να χιονίζει. Βρισκόμαστε σε μία από τις πιο όμορφες και γραφικές πόλεις της Γαλλίας, την Annecy στην επαρχία της Σαβοΐας, δίπλα στα σύνορα με την Ελβετία και στις όχθες της ομώνυμης λίμνης με θέα το σκεπασμένο βουνό Semnoz.
Προορισμός μας είναι το οινοποιείο Berthet-Bondet, περίπου δύο ώρες μακριά, στην περιοχή της Jura, μια περιοχή της Γαλλίας, πατρίδα του Vin jaune (κίτρινο κρασί), που τα τελευταία χρόνια συγκεντρώνει όλο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον του οινικού κόσμου. Πρόκειται για την πιο μικρή οινική περιοχή της Γαλλίας, που βρίσκεται ακριβώς ανάμεσα στη Βουργουνδία και στα ελβετικά σύνορα. Λόγω της γεωγραφικής της θέσης, το κλίμα εδώ είναι πιο ηπειρωτικό, με περισσότερο κρύο και βροχές από τη Βουργουνδία, με δύσκολες κλιματολογικές συνθήκες που πολλές φορές δημιουργούν προβλήματα στην αμπελοκαλλιέργεια από την αρχή μέχρι το τέλος της καλλιεργητικής περιόδου.
Στη Jura παράγονται τα αφρώδη Cremant du Jura, σταθερά λευκά τόσο σε οξειδωτικό στιλ, που ήταν και το παραδοσιακό της περιοχής, όσο και μη οξειδωτικά σε μια πιο μοντέρνα εκδοχή τους. Συνηθίζεται η χρήση παλαιών και μεγάλων βαρελιών για τα λευκά, ενώ αντιθέτως τα ερυθρά που παράγονται εδώ είναι ανοιχτόχρωμα με ελαφρύ σώμα και σπανίως περνούν από βαρέλι. Παρά τις δυσκολίες που δημιουργεί στην αμπελοκαλλιέργεια το κλίμα, η Jura φημίζεται για την οργανική και βιοδυναμική καλλιέργεια και την εμμονή των οινοποιών με την παραγωγή κρασιών ήπιας παρέμβασης. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι είναι η περιοχή με τη μεγαλύτερη αναλογία πιστοποιημένων βιοδυναμικών αμπελιών σε όλη τη Γαλλία. Οι περισσότεροι είναι μικροί παραγωγοί, ειδικά για τα μεγέθη της Γαλλίας, οι οποίοι βρίσκονται καθημερινά στα αμπέλια τους και κάνουν κατά κύριο λόγο όλες τις δουλειές μόνοι τους ή με τη βοήθεια της οικογένειας.
Ξεκινώντας πρωί από την Annecy με χιόνι, οδηγήσαμε μέσα από τη γαλλική επαρχία, μπαίνοντας για λίγο και στην ελβετική επαρχία, και φτάσαμε στην πιο ονομαστή ονομασία προέλευσης της Jura: το Château-Chalon. Είναι ένα πανέμορφο χωριό στην κορυφή ενός λόφου, με τα αμπέλια να απλώνονται στις πλαγιές αλλά και στην πεδιάδα που βρίσκεται στους πρόποδες. Ο καιρός μάς έκανε τη χάρη για λίγο να απολαύσουμε την εικόνα των αμπελιών και του λόφου φτάνοντας στην περιοχή, καθώς μετά από λίγο έπεσε η πιο πυκνή ομίχλη που έχω συναντήσει ποτέ, μετατρέποντας το όλο σκηνικό σαν να ήταν μια βόλτα στο Silent Hill.
Ανεβήκαμε τον λόφο για να φτάσουμε στο οινοποιείο. Το Berthet-Bondet ιδρύθηκε το 1984 από τη Chantal και τον Jean Berthet-Bondet. Διαθέτουν συνολικά 150 στρέμματα αμπελώνα, εκ των οποίων τα 45 βρίσκονται στο Château-Chalon και είναι φυτεμένα με Savagnin. Είναι πιστοποιημένο για οργανική καλλιέργεια και πλέον τη διαχείριση κατά κύριο λόγο έχει αναλάβει η κόρη τους, Ηélène.
Το ισόγειο είναι διαμορφωμένο για να φιλοξενεί τις γευσιγνωσίες και το πωλητήριο, ενώ στο υπόγειο βρίσκονται οι χώροι παραγωγής και τα κελάρια με τα βαρέλια.
Η ξενάγηση επικεντρώθηκε κατά κύριο λόγο στην παραγωγή του Vin jaune, της πιο φημισμένης ετικέτας του οινοποιείου και του κρασιού που έχει κάνει διάσημη την περιοχή της Jura. Πρόκειται για ένα οξειδωτικό κρασί που παράγεται μόνο από την ποικιλία Savagnin σε όλη τη Jura, αλλά με πιο φημισμένη ονομασία προέλευσης το Château-Chalon. Μετά τη ζύμωση, το κρασί μεταφέρεται σε βαρέλια που δεν γεμίζουν έως επάνω, όπου και παραμένουν για τουλάχιστον έξι χρόνια δημιουργώντας συνθήκες οξείδωσης. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στα βαρέλια, το κρασί εξακολουθεί να εξατμίζεται χωρίς τα βαρέλια να απογεμίζονται, ενώ παράλληλα η πολύ υψηλή υγρασία και η επαφή με το οξυγόνο δημιουργούν ένα flor στην επιφάνεια (παρόμοιο με αυτό του sherry). Το πέπλο αυτό προστατεύει εν μέρει από το οξυγόνο, οδηγώντας σε μια σταδιακή οξείδωση του κρασιού, το οποίο αποκτά αρώματα τόσο από το flor όσο και πιο ξηροκαρπάτα από την οξείδωση.
Μετά το τέλος της περιόδου ωρίμανσης, το κρασί εμφιαλώνεται στην παραδοσιακή φιάλη των 620 ml που ονομάζεται Clavelin. Το αποτέλεσμα είναι σίγουρα μοναδικό και είναι από τα κρασιά που άλλοι λατρεύουν και άλλοι δεν θέλουν ούτε να βλέπουν. Εγώ ανήκω σίγουρα στην πρώτη κατηγορία. Την παραγωγή είχαμε την ευκαιρία να τη δούμε από κοντά, καθώς υπήρχαν βαρέλια σε διάφορα στάδια ωρίμανσης με περισσότερο ή λιγότερο flor στην επιφάνεια.
Η γευστική δοκιμή μας περιλάμβανε όλα τα κρασιά του οινοποιείου, ξεκινώντας από το αφρώδες τους από Chardonnay (βασική ποικιλία) και Savagnin, που χαρακτηριζόταν από φρεσκάδα με αρώματα πράσινου μήλου και λεμονιού και ελαφρύ αυτολυτικό χαρακτήρα. Στη συνέχεια το ερυθρό blend από Trousseau, Poulsard και 10% Pinot Noir, το οποίο ωριμάζει για 12 μήνες σε ανοξείδωτες δεξαμενές. Ανοιχτόχρωμο, με κυρίαρχα αρώματα τα κόκκινα φρούτα και τα γήινα αρώματα με δροσερή οξύτητα.
Ακολούθησαν δύο λευκά που αντιπροσωπεύουν τα δύο στιλ που υπάρχουν στη Jura: Το Savagnier, ένα μοντέρνο λευκό από 100% Savagnin από το ομώνυμο αμπέλι, το οποίο ωριμάζει για 10 μήνες σε ανοξείδωτες δεξαμενές. Διατηρεί τον φρέσκο χαρακτήρα της ποικιλίας με κίτρο, λάιμ και ανανά, καθώς και ζύμες μαζί με την ορυκτότητα που χαρακτηρίζει την ποικιλία.
Η δεύτερη ετικέτα είναι το Tradition, που ακολουθεί την παράδοση της περιοχής. Ένα blend από Chardonnay και Savagnin που ωριμάζει οξειδωτικά για δύο χρόνια σε μη απογεμισμένα βαρέλια 228 L. Εδώ τα ώριμα και αποξηραμένα φρούτα μαζί με μπαχαρικά και ξηρούς καρπούς έχουν τον πρώτο λόγο, ενώ στο στόμα είναι πιο δομημένο, με την οξύτητα να προσφέρει δύναμη και φρεσκάδα. Ένα κρασί που θα ήθελα να δοκιμάσω και σε αρκετά χρόνια, καθώς μας είπαν πως παλαιώνει για 10+ χρόνια. Ως φυσική συνέχεια του Tradition ακολούθησε το Vin jaune, το οποίο, είτε αρέσει σαν στιλ είτε όχι, το σίγουρο είναι πως πρόκειται για κάτι ξεχωριστό που αξίζει να δοκιμάσει κανείς έστω και μία φορά. Απίστευτη πολυπλοκότητα αρωματικά, με αποξηραμένα φρούτα, φρέσκο αμύγδαλο, κερήθρα, ορυκτότητα, μπαχαρικά. Στο στόμα υπάρχει συμπύκνωση και δύναμη, ενώ παραμένει φινετσάτο. Όλα αυτά τα στοιχεία θα εμπλουτίζονται με τα χρόνια, καθώς το συγκεκριμένο μπορεί να παλαιώσει για δεκαετίες.
Τη γευσιγνωσία μας έκλεισε ένα γλυκό κρασί, επίσης παραδοσιακό της περιοχής, το Vin de Paille. Σταφύλια από Chardonnay, Savagnin και Poulsard αφήνονται να αποξηραθούν για 3-4 μήνες πριν από τη ζύμωση. Στη συνέχεια, ωριμάζουν σε βαρέλια για 18 μήνες και για άλλους 18 μήνες στη φιάλη. Αρωματικά εδώ κυριαρχούν το αποξηραμένο φρούτα και η μαρμελάδα από κυδώνι, βερίκοκο μαζί με μπαχάρια και μέλι. Στο στόμα, αν και γλυκό, η οξύτητα το εξισορροπεί κάνοντάς το απολαυστικό. Φυσικά, όλα αυτά δεν θα μπορούσαν παρά να συνοδεύονται από το πιο γνωστό προϊόν της Jura, το τυρί Comté. Παρότι είναι ένα τυρί που πολλοί αγαπούν, αναρωτιέμαι πόσοι γνωρίζουν ότι προέρχεται από την περιοχή αυτή. Σίγουρα εγώ δεν ανήκα σε αυτούς.
Φεύγοντας από το οινοποιείο, είχαμε στο μυαλό μας να επισκεφθούμε την Arbois, τη μεγαλύτερη πόλη της Jura, για φαγητό και βόλτα, αλλά δυστυχώς ο καιρός είχε άλλη γνώμη. Η ομίχλη και το χιόνι μαζί με μερικά πεσμένα δέντρα είχαν κλείσει τον δρόμο προς την πόλη και επομένως δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να γυρίσουμε πίσω. Ωστόσο, η εκπληκτική εμπειρία μας στο Berthet-Bondet σίγουρα μας άνοιξε την όρεξη να επιστρέψουμε κάποια στιγμή, σε πιο καλοκαιρινές συνθήκες, και να επισκεφθούμε και άλλους παραγωγούς.