Ο Κωνσταντίνος είναι ένας καλός φίλος που προσεγγίζει το κρασί με ακραία ιδιοσυγκρασιακή διάθεση και μια οινική ευαισθησία που σπανίζει στις μέρες μας. Κρύβει συχνά σε διάφορες γωνιές της κάβας μου κρασιά που του αρέσουν, ώστε να μην πουληθούν, έρχεται μόνος του για δείπνο μην μπορώντας να αντισταθεί στο Brunello di Montalcino του Baricci – και άλλες μικρές, γλυκές κινήσεις που δίνουν νόημα και λόγο ύπαρξης σε κάθε οινοχόο που τον εξυπηρετεί.
Πρόσφατα, και εν όψει ενός επικείμενου ταξιδιού του στο Παρίσι, γεννήθηκε το εξής ερώτημα: Τι πίνουμε εν έτει 2025 στα εστιατόρια μιας ευρωπαϊκής μητρόπολης και, πιο γενικά, τι πίνει ο μέσος πελάτης στα εστιατόρια της Ευρώπης; Σε μια άλλη χρονική περίοδο το ερώτημα θα μπορούσε να απαντηθεί σε δευτερόλεπτα, αλλά στις μέρες μας πρέπει να συνυπολογίσουμε και άλλες παραμέτρους, ειδικά σε περιπτώσεις που οι συστάσεις δεν απευθύνονται σε έναν Ρώσο μεγιστάνα ή σε έναν διάσημο Αμερικανό μπασκετμπολίστα.
Πρώτη παράμετρος που πρέπει να λάβουμε υπόψη μας είναι ότι στην εποχή μας το δυσβάσταχτο ενεργειακό κόστος έχει οδηγήσει πολλά εστιατόρια σε μια καθόλου φιλική προς τον καταναλωτή τιμολόγηση. Ακόμα και τα ταπεινά, τίμια bistrot με οινικό προσανατολισμό και φιλική τιμολόγηση, τα οποία όλοι είχαμε στην ατζέντα μας, κλείνουν ή προσθέτουν μηδενικά στις τιμές τους για να επιβιώσουν. Πιο ειδικά, ένα κρασί που πριν από δέκα χρόνια στοίχιζε 40 ευρώ, στις μέρες μας στοιχίζει τουλάχιστον τα διπλάσια.
Ακτινογραφώντας τους καταλόγους κρασιών σε πολλούς ευρωπαϊκούς προορισμούς, παρατηρώ πως η Βουργουνδία είναι πλέον χυδαία ακριβή, σε προσβλητικό, τολμώ να πω, επίπεδο. Τοπωνύμια και τύποι κρασιών όπως Macon, Savigny-lès-Beaune, Montagny, Monthélie, Mercurey, Chorey-les-Beaune, Irancy, Bourgogne Aligote πλησιάζουν και κάποιες φορές ξεπερνούν το πεδίο τιμής των 100 ευρώ, χωρίς απαραίτητα να έχουν αλλάξει δραστικά στο γευστικό κομμάτι σε σχέση με ό,τι πίναμε στο πρόσφατο παρελθόν για λιγότερο από 40 ευρώ.
Η κοιλάδα του Ροδανού αντίστοιχα, που αποτελούσε παραδοσιακό απάγκιο για τους σκεπτόμενους καταναλωτές ή τέλος πάντων για όσους ήθελαν να δώσουν καθημερινό χαρακτήρα στην έξοδό τους, πλέον αποτελεί την Barbie των οινοχόων, με όποιο κόστος συνεπάγεται.
Άλλη παγίδα που πρέπει να αποφύγουμε είναι οι λεγόμενες οινικές ανακαλύψεις. Σε μια άκρως συντηρητική γαλλική γαστρονομική σκηνή οι οινοχόοι, σε συνδυασμό με την ανάγκη διαφορετικότητας και κοστολογικής ευελιξίας, φέρνουν στην επιφάνεια τοπωνύμια όπως Marcillac, Pézenas, Fronton, Gaillac, Cabardès, Malepère, που μας είναι προφανώς άγνωστα. Ενδεχομένως μπορεί να κρύβεται κάποιος πρίγκιπας, αλλά σίγουρα θα πρέπει να φιλήσουμε πολλούς βατράχους μέχρι να συναντηθούμε. Το ζητούμενο είναι αν ο εκάστοτε αγοραστής ή οινοχόος αγάπησε τη γεύση ή την τιμή του κάθε πρωτάκουστου τοπωνυμίου.
Προφανώς και υπάρχουν έξυπνες λύσεις για να περάσουμε καλά και να αποφύγουμε το δυσάρεστο συναίσθημα του εξαπατημένου πελάτη. Περιοχές που πεισματικά ή τυχαία μένουν εκτός εμβέλειας και αστερόσκονης, όπως η κοιλάδα του Λίγηρα, μας παρέχουν σπουδαία λευκά και κόκκινα κρασιά σε πολύ λογικές τιμές. Δεν προτείνω το Bourgueil ή το Saumur Champigny ως αντίδοτο-υποκατάστατο σε ό,τι πίναμε μέχρι πρότινος· είναι απλώς μια εναλλακτική και πολύ ενδιαφέρουσα γευστική πρόταση, που για καλή μας τύχη δεν έχει πέσει στο ραντάρ των Αμερικανών.
Άλλη αντιπρόταση είναι η περιοχή του Bordeaux, καθώς η γνωριμία τους με τους Κινέζους αποδείχθηκε σύντομη, οι παραδοσιακοί Βρετανοί κυρίως θιασώτες οδεύουν στην έκτη δεκαετία της ζωής τους, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια θάλασσα από διαθέσιμα κρασιά σε λογικές (επιτέλους) τιμές.
Κλείνοντας, υπάρχει και μια τελευταία τάση από σπουδαίες κάβες να προσθέτουν μία επιπλέον παροχή στην ήδη υπάρχουσα, σερβίροντας φαγητό και κρασί σε διπλανό ή στον ήδη υπάρχοντα χώρο της κάβας, σε πολύ λογικές τιμές.
Ο ρόλος μου –ίσως και το κείμενο εν προκειμένω– να είναι άχαρος, αναφερόμενος σε μεγάλο βαθμό σε τιμές, χρήματα και άλλους καθόλου ευχάριστους παράγοντες που μοιραία επηρεάζουν τη διασκέδασή μας. Ας είμαστε υποψιασμένοι, γιατί κάποιοι ξαναγράφουν την ιστορία, ενώ κάποιοι άλλοι απλώς αλλάζουν τον συντελεστή κοστολόγησης.