Το ελληνικό κρασί έχει κάνει πολύ σημαντικά βήματα προς την ενηλικίωση, παρά τις παιδικές ασθένειες που ακόμα το ταλαιπωρούν από καιρού εις καιρόν. Και τι θα πει ενηλικίωση; Πότε κάποιος λειτουργεί ως ενήλικας αλλά και νιώθει ενήλικας σε ψυχικό επίπεδο; Όταν αναλαμβάνει την ευθύνη γι’ αυτό που είναι και γι’ αυτό που κάνει. Όταν δεν ψεύδεται μπροστά στον καθρέφτη του. Όταν γνωρίζει το εφικτό την ώρα που ονειρεύεται. Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα έχει αρκετά local wine icons. Κρασιά που αποτελούν το ιερό δισκοπότηρο των αντίστοιχων οινοποιείων και εξαντλούνται κάθε χρονιά, μπαίνοντας με συνέπεια στο στόχαστρο των Ελλήνων οινόφιλων και συλλεκτών. Κρασιά με υψηλή τιμή και αποδεδειγμένη αξία. Ο καημός μας, βέβαια, είναι κάποιο ή κάποια από τα local icons που μόνο στην Ελλάδα και στις απανταχού ομογένειες του εξωτερικού αναγνωρίζονται και εκτιμώνται να γίνει global. Να έρθει δηλαδή μια μέρα που ο –μη Έλληνας– οινόφιλος στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στο Αμβούργο, στη Σιγκαπούρη, στο Χονγκ Κονγκ, στις ΗΠΑ, στη Σαγκάη και στο Σίδνεϊ να αναζητά, να απολαμβάνει, να επιδεικνύει τα συγκεκριμένα κρασιά. Να ακουμπάει με περηφάνια πάνω στο τραπέζι το ελληνικό icon και από τους συνδαιτυμόνες να βγαίνει ένα ανεπιτήδευτο «Wow! Στ’ αλήθεια, θα ανοίξεις αυτό;».
Λίγο pause στην ονειροπόληση.
Ας δούμε τι γίνεται στην πραγματικότητα, και μάλιστα λίγο πέρα από την αυλόπορτά μας. Υπάρχουν οινοπαραγωγικές περιοχές που δεν λογίζονται ως περιοχές ανάθρεψης icon κρασιών· παρ’ όλα αυτά προσφέρουν κρασιά με εκπληκτική ποιότητα, πολυπλοκότητα και αντοχή στον χρόνο. Όπως για παράδειγμα το Margaret River της Δυτικής Αυστραλίας: υπέροχα Semillon, υπέρκομψα Cabernet Sauvignon και τραγανά Sauvignon Blanc, μαζί με την τοπική, πιο φίνα εκδοχή του Shiraz περιμένουν τους οινόφιλους του κόσμου να τα ανακαλύψουν. Φθηνά δεν τα λες, αλλά σε κάθε περίπτωση οι τιμές τους παραμένουν διψήφιες. Πουλάνε αρκετά στον τοπικό τουρισμό, ενθουσιάζουν τους Αυστραλούς οινόφιλους, άντε και μερικούς Ασιάτες, ενώ έχουν και ένα ρημαδοniche κοινό στο Λονδίνο. Αλλά μέχρι εκεί. Ποιος οινόφιλος εκτός Αυστραλίας σκέφτεται το Margaret River όταν η συζήτηση πηγαίνει σε icon κρασιά και περιοχές; Και λοιπόν; Ιδρώνει νομίζετε κανείς στο Περθ επειδή δεν λογίζονται τα κρασιά τους ως icons; Στη γειτονική Νέα Ζηλανδία έχουν πετύχει κάτι πολύ δυσκολότερο από τη δημιουργία ενός ή μερικών icon wines. Έχουν καταφέρει εξαγωγικά να ζητήσουν και να πληρωθούν την υψηλότερη τιμή ανά λίτρο για τα κρασιά τους, πάνω από όλες τις χώρες του κόσμου, εκτός της Γαλλίας φυσικά. Όταν η ύψιστη Ιταλία μεσοσταθμικά πουλάει προς 2,99 ευρώ (τιμή λίτρου), η Χιλή 1,87 ευρώ, η Αργεντινή 1,63 ευρώ, η Ισπανία 1,30 ευρώ, η Νέα Ζηλανδία έχει καταφέρει να βάζει στο παντελόνι 3,94 ευρώ το λίτρο, ακόμα υψηλότερα και από τα 3,18 των ΗΠΑ*. Και δεν ξέρω τι στόχο έχουν βάλει στα συμβούλιά τους, δεν αποκλείεται όμως να πλησιάσουν ακόμα περισσότερο τη Γαλλία των 6,42 ευρώ ανά λίτρο. Η επίτευξη αυτού του στόχου, εκτός από την ενότητα και την ομαδικότητα που προϋποθέτει, καταφέρνει να φέρει πίσω σοβαρό κεφάλαιο για επενδύσεις, χρόνο και πόρους. Από τα οποία κάποια στιγμή ίσως προκύψουν και icons. Αν βέβαια θέλουν οι Νεοζηλανδοί, που δεν βλέπω να καίγονται.
Ας κάνουμε όμως μια παρένθεση, για να περιγράψουμε το global icon κρασί. Ένα κρασί που συλλέκτες από όλο τον κόσμο, χωρίς καμία άμεση σχέση με την εθνικότητα του κρασιού και άρα χωρίς συναισθηματισμούς, επιθυμούν να το ξαπλώσουν στα κελάρια τους. Ένα κρασί για το οποίο οι τιμές για τις ώριμες χρονιές ανεβαίνουν, για το οποίο γίνονται κάθετες δοκιμές και παρουσιάσεις στα σημαντικότερα wine clubs, για το οποίο υπάρχει ζωηρό ενδιαφέρον από το stock market του κρασιού. Ένα κρασί καταγεγραμμένο στην παγκόσμια βιβλιογραφία, από μια περιοχή η οποία επίσης είναι εδραιωμένη.
Σε ποικιλιακό επίπεδο, αν δούμε τις λίστες στα sites δημοπρασιών και επενδύσεων σε κρασί, τα περισσότερα διεθνή wine icons προέρχονται από τις εξής ποικιλίες: Cabernet Sauvignon, Merlot, Pinot Noir, Syrah / Shiraz, Chardonnay. Εντάξει, υπάρχουν και δύο ισπανικά ιερά τέρατα, η Vega Sicilia και το Pingus, που βασίζονται στο Tinto Fino (Tempranillo), αλλά μάλλον αποτελούν εξαίρεση, άσε που το στιλ των κρασιών αυτών είναι καθαρά διεθνοποιημένο, με οδηγό το Bordeaux. Ποια είναι τα διεθνή icons της Ιταλίας; Τα εξαιρετικά μεν, βασισμένα στο Sangiovese δε, Chianti Classico των Castello di Volpaia, Castelo di Ama, Querciabella και Fontodi; Όχι, αυτά πωλούνται από 20 έως 40 ευρώ. Global Icons θεωρούνται μόνο τα Bordeaux blends των Sassicaia, Masseto, Solaia, Ornellaia και Tua Rita. Δηλαδή Cabernet Sauvignon, Cabernet Franc, Merlot.
Πριν από κάποια χρόνια οι Έλληνες οινοπαραγωγοί κάθισαν γύρω από ένα τραπέζι και αποφάσισαν ότι θέλουμε ως χώρα να προσελκύσουμε τους αγοραστές του εξωτερικού με όχημα τις τοπικές μας ποικιλίες. Να τους μάθουμε από το μηδέν να προφέρουν και να δοκιμάζουν το Ασύρτικο, τη Ρομπόλα, το Ξινόμαυρο και τη Μαυροδάφνη. Μια στρατηγική πιο βραδυφλεγής, όμως ίσως μακροπρόθεσμα πιο ανταποδοτική, αλλά και ηθικά ορθότερη, καθώς διαφυλάσσουμε και αναδεικνύουμε έτσι τον ανεξάντλητο ελληνικό ποικιλιακό πλούτο. Όμως εκείνη τη στιγμή, όταν αποφασίσαμε –ορθώς κατά τη γνώμη μου– να στηθούμε με τις Κυδωνίτσες και τις Λημνιώνες, έκλεισε για πάντα η οδός προς την icon καταξίωση. Επιλέξαμε να είμαστε εξωτικοί, σπάνιοι και αυθεντικοί. Όταν όμως παίρνεις μια απόφαση στη ζωή σου, δεν μπορείς να διακατέχεσαι από μοιρολατρία γι’ αυτά που έχασες. Μόνο να ελπίζεις γι’ αυτά που μπορείς να καταφέρεις. Όπως και στις ανθρώπινες σχέσεις ένα πράγμα.
Τώρα που το σκέφτομαι, θα μπορούσαμε και εμείς θεωρητικά –μόνο θεωρητικά όμως– να μπούμε στον παγκόσμιο icon wine χορό. Αλλά θα έπρεπε να υπήρχε η δυνατότητα ένα οινοποιείο να μπορεί να ξεκολλήσει από εκεί που βρίσκεται και να κολλήσει κάπου αλλού. Φανταστείτε δηλαδή να μπορείς –à la SimCity– να ξεκολλήσεις το La Tour Melas από τον Αχινό, το Lacules από την Κορώνη, τον Κατσαρό από την Κρανιά, το Βιβλία Χώρα από το Κοκκινοχώρι, τον Τσέλεπο από την Αρκαδία, την Costa Lazaridi από τη Δράμα και το Δύο Ύψη από την Αμαλιάδα και να τα κολλήσεις όλα μαζί στο πιο ασήμαντο οινικά χωριό, ας πούμε στο Μαυρολιθάρι Φωκίδας. Να τσοντάρουν όλοι λεφτά και να φτιάξουν ένα μισελενάτο εστιατόριο στην πλατεία του χωριού με τα κρασιά όλων. Και ταυτόχρονα, τα κρασιά να κόστιζαν από 70 ευρώ και πάνω (υπάρχουν προϋποθέσεις γι’ αυτό, αλλά υποθετικά μιλάμε, ό,τι θέλουμε λέμε!). Ε, τότε μπορεί το Μαυρολιθάρι να έκανε όνομα σε παγκόσμιο επίπεδο, πολύ πιθανώς μεγαλύτερο –οινικά πάντα– από αυτό της Σαντορίνης, της Νάουσας και του Αμυνταίου!
Αρχική » ΤΟ ΙCON ΜΑΣ ΕΛΕΙΨΕ;
Είναι και το άλλο. Τα Super Tuscans βρίσκονται εκεί που βρίσκονται γιατί έπαιξαν το premium παιχνίδι μια εποχή που δεν είχε καθόλου συνωστισμό εκεί, όταν έπαιζαν premium μόνο οι Γάλλοι και οι Αμερικανοί. Το Sassicaia του 1968, που ήταν το πρώτο ιταλικό Super Tuscan, κυκλοφόρησε το 1971, ενώ τα αμπέλια από τα οποία προερχόταν είχαν φυτευτεί το 1944. Για πολλά χρόνια χρησίμευε για την προσωπική ευχαρίστηση του Marchese Mario Incisa della Rocchetta, πριν μπει στα ακριβότερα κελάρια του κόσμου. Και για να είμαστε δίκαιοι, μετά τους Ιταλούς δεν μπορεί να έχει σειρά το Μαυρολιθάρι, ακόμα και αν έχει να επιδείξει μαγευτικούς Κοκκινόμυλους και Cava Αμέθυστους, όταν τα icons της Χιλής έχουν πιάσει στασίδι προσπαθώντας να αναγνωριστούν ως icon από τη δεκαετία του 1990! Τα Clos Apalta, Almaviva, Don Melchor, Seña και Viñedo Chadwick σίγουρα προηγούνται, καθώς έχουν στηθεί ως premium σε αμπελουργικό, οινολογικό, εμπορικό και τιμολογιακό επίπεδο εδώ και σχεδόν 30 χρόνια. Ναι, τα icon κρασιά λειτουργούν με επετηρίδα.
Νιώθω ότι η ανάγκη αρκετών Ελλήνων οινόφιλων για μερικά παγκοσμίως αναγνωρισμένα ελληνικά wine icons είναι μάλλον προϊόν ματαιοδοξίας. Τι θα γινόταν, όμως, αν αφήναμε στην άκρη το «γιατί αυτοί και όχι εμείς;» και συνεχίζαμε ακομπλεξάριστα να απολαμβάνουμε, να συλλέγουμε, να παλαιώνουμε τα σπουδαία ελληνικά κρασιά; Να τα μάθουμε στους φίλους μας, στους επαγγελματίες μας. Να τα μεταχειριστούμε με σεβασμό, μεταλαμπαδεύοντας το πάθος μας γι’ αυτά στους επισκέπτες της χώρας μας, τον πιο συνεπή και ειλικρινή μας πελάτη. Να αναγνωρίσουμε ότι τα global icons, τα Petrus και τα Penfolds δικαίως βρίσκονται εκεί που βρίσκονται. Και κυρίως να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι σε εμάς δεν χρωστάει κανένας τίποτα. •