ALEXANDER PAYNE

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Ο ελληνικής καταγωγής δημιουργός και σκηνοθέτης μιας από τις πιο διάσημες ταινίες με αντικείμενο το κρασί, του περίφημου «Sideways», είναι ένας άνθρωπος με ιδιότυπο χιούμορ, το οποίο αποτυπώνεται άλλωστε και στις ταινίες του.

Λάτρης της Έλλάδας, την οποία επισκέπτεται συχνά, μυήθηκε στον κόσμο του κρασιού σε νεαρή ηλικία, χάρη στην αγάπη του για τη μαγειρική, και το καλό κρασί έγινε για εκείνον τρόπος ζωής. Με δύο παππούδες μετανάστες από την Έλλάδα –ο ένας λεγόταν Παπαδόπουλος (φυσικά), που χάριν συντομίας μετονομάστηκε σε Πέιν–, οι οποίοι άνοιξαν εστιατόρια σε δύο απομακρυσμένες γωνιές των ΗΠΑ, στην Αλαμπάμα και την Όμαχα της Νεμπράσκα, η επαφή του με την κουζίνα είχε αρχίσει από νωρίς. Κανείς από τους δύο δεν είχε, ωστόσο, ελληνικό εστιατόριο. 

Συναντηθήκαμε μια μέρα του Ιουνίου στην κάβα ΟΑΚ στο Χαλάνδρι, όπου περιχαρής μού ανακοίνωσε ότι η κόρη του μόλις αποφοιτούσε από το νηπιαγωγείο και βιαζόταν να τη συναντήσει. Όση ώρα, ωστόσο, είχαμε στη διάθεσή μας δεν σταμάτησε να μου διηγείται ιστορίες για την ταινία που ακόμη αποτελεί ορόσημο για τον κόσμο του κρασιού – γεγονός ακατανόητο και για τον ίδιο. 

Συνοδεία ενός ροζέ από την Προβηγκία και τυριών που είχαν την καλοσύνη να μας προσφέρουν, μιλήσαμε για πολλά και φυσικά για τη νέα του ταινία, που κάνει πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη τον Νοέμβριο.

Θ Πότε ξεκίνησε το ενδιαφέρον σας για το κρασί; Προηγήθηκε το «Sideways» ή είχατε από πριν «τσιμπήσει» το μικρόβιο;

Α Από την εποχή που σπούδαζα κινηματογράφο στο UCLA, αλλά και πιο πριν, όταν σπούδαζα στο Stanford [σ.σ.: σπούδασε Ισπανική Λογοτεχνία και Ιστορία), άρχισε να με ενδιαφέρει η μαγειρική. Όσο πιο πολύ έμπαινα στη μαγειρική, τόσο άρχιζε να με ενδιαφέρει τι πίνω με αυτό που τρώω. Άρχισα να συνειδητοποιώ ότι το κρασί είναι για το φαγητό ό,τι είναι η μουσική σε μια ταινία.

Δύο διαφορετικά πράγματα, των οποίων όμως ο συνδυασμός δημιουργεί μια μοναδική συμβιωτική εμπειρία. Έξάλλου, ένα γεύμα έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με μια ταινία: και τα δύο έχουν αρχή, μέση και τέλος και διαρκούν περίπου δύο ώρες. Άρχισε να με ενδιαφέρει πολύ το κρασί, γράφτηκα στο Wine Spectator και με τα λίγα χρήματα που κέρδισα από την πρώτη ταινία που έκανα αποφοιτώντας από το πανεπιστήμιο, το 1990, αγόρασα Bordeaux Futures, αξίας περίπου 5.000 δολαρίων. Τα πίνω ακόμη!

Σκέφτηκα ότι αυτό θα ήταν ένα πολύ ωραίο δώρο από τον νεότερο στον πιο ώριμο εαυτό μου και το έκανα όταν ήμουν γύρω στα 30. Στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας άρχισα να μαθαίνω περισσότερα για το κρασί και εκεί γύρω στα 40 μου συνάντησα το «Sideways», που ήταν βιβλίο, και γυρίζοντας την ταινία γνώρισα την περιοχή της Σάντα Μπάρμπαρα, που ήταν εκείνη την εποχή ένα πολύ καλά κρυμμένο μυστικό. Έίχα αρχίσει πλέον να κινούμαι πέρα από tastings και ratings και να γνωρίζω τους ανθρώπους του κρασιού. Τώρα, 20 χρόνια μετά, το κρασί είναι απλώς τρόπος ζωής.

Θ Συνέβαλε η ταινία «Sideways» στην εξέλιξη του οινικού πολιτισμού στις ΗΠΑ όπως τον ξέρουμε σήμερα;

Α Δημοσιεύονται συνέχεια άρθρα γύρω από αυτό το θέμα. Η ταινία έχει ήδη συμπληρώσει 20 χρόνια κι ακόμη ακούω σχόλια για το πώς επηρέασε το ένα ή το άλλο, την προσωρινή υποχώρηση του Merlot, τη στροφή προς το Pinot Noir. Δεν είχα την παραμικρή ιδέα ότι μια τόσο μικρή παραγωγή θα είχε τέτοια επιρροή σε μια ολόκληρη βιομηχανία και κάποιοι θα έβγαζαν περισσότερα χρήματα χάρη στην ταινία από ό,τι έχω βγάλει εγώ ποτέ από αυτήν! 

O Frank Crostini, ιδιοκτήτης του Hitching Post, του εστιατορίου που εμφανίζεται στην ταινία, έχει βγάλει εκατομμύρια! Και τώρα ένας συνταξιούχος κριτικός κινηματογράφου στο Λος Άντζελες γράφει ένα βιβλίο για τη δημιουργία της ταινίας, για την επίδραση που είχε στον χώρο του κρασιού, αναζητώντας και τους λόγους που αυτή εξακολουθεί να επηρεάζει.

Θ Έίναι πάντως παράξενο, δεδομένου ότι δεν ήταν μια ταινία για το κρασί. Ήταν μια ταινία που έθιγε και πολλά άλλα ζητήματα.

Α Η αλήθεια είναι ότι το σημείο όπου όλα αυτά τα θέματα που θίγει η ταινία συναντώνται, είναι στη διάρκεια της συνομιλίας που έχει ο Paul Giamatti με τη Virginia Madsen αργά το βράδυ στη βεράντα, όπου εκείνη του εξηγεί γιατί της αρέσει το κρασί και εκείνος της λέει γιατί προτιμά το Pinot Noir και φυσικά αρχίζει να μιλάει για τον εαυτό του. 

Αυτή είναι η σκηνή όπου μιλάει στο κοινό, πιστεύω, όπου το κρασί λειτουργεί ως μια μεταφορά της ιδιοσυγκρασίας ενός Και εκείνη του λέει ότι το κρασί γίνεται καλύτερο όσο παλαιώνει, φτάνει στην ακμή του με τα χρόνια και στη συνέχεια αρχίζει να γερνά. Κάπως έτσι συμβαίνει και με τους ανθρώπους, σωστά; Έννοείται, όπως συμβαίνει με τα πάντα στη φύση. Όλα είναι σαν ένα μεγάλο ποτάμι. Γεννιόμαστε, ζούμε, πεθαίνουμε και μετά ο επόμενος και ο επόμενος.

Θ Γίνονται όλοι καλύτεροι όσο μεγαλώνουν, άραγε;

Α Μπα, κάποιοι γίνονται χειρότεροι, δυστυχώς…

Θ Ωστόσο, οι χαρακτήρες στις ταινίες σας, άνδρες που βρίσκονται στην κρίση της μέσης ηλικίας, συνήθως βγαίνουν καλύτεροι.

Α Το ελπίζω. Θέλω να πω ότι τόσο εγώ όσο και ο συνδημιουργός των σεναρίων δεν πιστεύουμε ότι οι άνθρωποι αλλάζουν πραγματικά, αλλά τουλάχιστον συνειδητοποιούν κάποια πράγματα. Και όταν κάποιος συνειδητοποιεί κάποια πράγματα, είναι το πρώτο βήμα για να τα αλλάξει.

Η νέα ου ταινία ονομάζεται «Τα παιδιά του χειμώνα» και έχει πρωταγωνιστή πάλι τον Paul Giamatti. Έίμαι πολύ ευτυχής που συνεργαστήκαμε ξανά, έχουμε εξαιρετική σχέση, λέει ο σκηνοθέτης.

Θ Θυμάστε κάποιες ιδιαίτερες στιγμές από τα γυρίσματα της ταινίας;

Α Χα, ναι, ένα από αυτά που θυμάμαι είναι ότι ήπιαμε πολύ κρασί! Ξέρεις, ένα πράγμα που απαγορεύεται διά ροπάλου είναι να πίνεις αλκοόλ στη διάρκεια των γυρισμάτων. Όμως, ακριβώς επειδή ήταν μια ταινία με επίκεντρο το κρασί και δεν θέλαμε αυτό που ήταν στα ποτήρια να φαίνεται ψεύτικο, όπως συμβαίνει συχνά, ψάξαμε πολύ και κάναμε δοκιμές με διάφορους χυμούς που θύμιζαν περισσότερο κρασί. Ήταν όμως τόσο άσχημοι γευστικά και κάποιοι χρωμάτιζαν και τα δόντια των ηθοποιών, οι οποίοι άρχισαν να παραπονούνται, και στο τέλος είπαμε: «Θα πίνουμε κρασί»! Και δεν ήταν στα γυρίσματα μόνο. Όταν ψάχναμε τις τοποθεσίες για τα γυρίσματα, τα οινοποιεία, τα tasting rooms κ.λπ., κάναμε δοκιμές, αρχίζαμε να πίνουμε από τις 11 το πρωί πολλές φορές. Έ, ήμασταν και πιο νέοι τότε, το συκώτι μας άντεχε.

Θ Έγινε ο Paul Giamatti πράγματι fan του Pinot Noir μετά από αυτό;

Α Όχι, όχι, δεν είναι καθόλου τέτοιος τύπος, μάλλον είναι, αλλά με άλλη έννοια. Κάτι άλλο που θυμάμαι χαρακτηριστικά είναι το εξής: Θυμάστε ότι η ταινία κοροϊδεύει το Merlot. Μάλλον, για να το πω αλλιώς, δεν κοροϊδεύει το Μerlot, υπάρχει απλώς η ατάκα «Ι am not drinking fucking Merlοt» και παρ’ όλα αυτά οι πωλήσεις του Μerlot άρχισαν να πέφτουν μετά την ταινία, όπως είναι γνωστό. Έ, λοιπόν, έξι μήνες μετά λαμβάνω στο ταχυδρομείο ένα δέμα με μια φιάλη magnum από το Τrepethan, ένα από τα παλαιότερα και γνωστότερα οινοποιεία της Napa Valley, και ένα σημείωμα που έγραφε: «Αγαπητέ κύριε Πέιν, είμαι σίγουρη ότι ο Miles και ο Jack δεν δοκίμασαν ποτέ το δικό μας Merlot. Φιλικά, Janet Trepethan».

Θ Οι παππούδες σας ήταν και οι δύο ελληνικής καταγωγής, είχαν και οι δύο εστιατόρια σε διαφορετικά σημεία των ΗΠΑ, αλλά κανένα από τα δύο δεν ήταν ελληνικό. Έσείς έχετε κάποιο ελληνικό φαγητό που ξεχωρίζετε;

Α Το παστίτσιο, εννοείται! Σοβαρά τώρα, η ελληνική κουζίνα ξεχωρίζει για τα φρέσκα υλικά της, τα ψάρια της. Δεν υπάρχει τίποτε καλύτερο.

Θ Τι θεωρείτε μεγαλύτερη απόλαυση, μια ωραία ταινία στο Netflix χαλαρά στον καναπέ με ένα ποτήρι κρασί ή φώτα σβηστά, ησυχία, αίθουσα κινηματογράφου;

Α Έννοείται μια αίθουσα κινηματογράφου. Η κινηματογραφική αίθουσα είναι σαν εκκλησία, πας εκεί για να μοιραστείς με άλλους ανθρώπους μια εμπειρία που μπορεί να σε μεταμορφώσει. Αστειεύομαι, αλλά ξέρετε, από τότε που ο Nietzsche είπε το 1890 ότι ο Θεός είναι νεκρός, περίπου τότε άρχισαν να εμφανίζονται οι πρώτες κινηματογραφικές αίθουσες και στη συνέχεια γύρω στο 1920 χτίζονταν περισσότερες αίθουσες από ό,τι εκκλησίες. Όλα αυτά τα λέω για να πω ότι πραγματικά λατρεύω το σινεμά και πιστεύω ότι όσο προχωράμε το μεγάλο ορόσημο στην ιστορία μας θα είναι η εμφάνιση της φωτογραφίας. Σήμερα μπορούμε να αναλύσουμε μέχρι και την παραμικρή του λεπτομέρεια τον 20ό αιώνα, επειδή ακριβώς έχει αποτυπωθεί σε φιλμ.

Θ Πιστεύετε ότι ο κόσμος θα επιστρέψει στις κινηματογραφικές αίθουσες;

Α Συμβαίνει ήδη. Έξαιτίας της πανδημίας θα χρειαστεί λίγο περισσότερος χρόνος. Από τη δεκαετία του ’50, σινεμά και τηλεόραση βρίσκονται σε μια διαρκή διαμάχη. Με τη βοήθεια του Netflix και της πανδημίας η τηλεόραση μοιάζει να κερδίζει αυτόν τον γύρο προσωρινά. Όμως, ακόμη θέλεις να πας το κορίτσι σου κάπου το βράδυ της Παρασκευής και επίσης ο κόσμος θέλει ακόμη να βλέπει τις μεγάλες παραγωγές, όπως το «Top Gun» για παράδειγμα, σε μεγάλη οθόνη. Έκείνες που με ανησυχούν περισσότερο είναι οι μικρές παραγωγές. Θα αναγκαστούν να υποκύψουν όλες στο streaming ή θα έχουν περιορισμένη διανομή; Αυτό θα το δούμε. Μερικές χώρες, πάντως, όπως στη Σκανδιναβία για παράδειγμα, φροντίζουν να διαθέτουν τα απαραίτητα κονδύλια για τη διανομή, γιατί θεωρούν τον κινηματογράφο σημαντικό στοιχείο του πολιτισμού.

Θ Τι πιστεύετε για την τεχνητή νοημοσύνη και την επίδραση που μπορεί να έχει στη δουλειά σας;

Α Δεν γνωρίζω αρκετά γι’ αυτό το θέμα, εκτός από αυτά που διαβάζω στον Τύπο. Το μόνο που ξέρω είναι ότι τις ταινίες του Payne μόνο ο Payne μπορεί να τις δημιουργήσει και σίγουρα όχι κάποια μηχανή. Έχει πάντως πλάκα να ζητάς να σου γράψει ένα σαιξπηρικό σονέτο με θέμα την κίνηση στους αθηναϊκούς δρόμους, και να το γράφει!

Θ Τι ετοιμάζετε τώρα;

Α Η νέα μου ταινία ονομάζεται «Τα παιδιά του χειμώνα» και έχει πρωταγωνιστή πάλι τον Paul Giamatti. Έίμαι πολύ ευτυχής που συνεργαστήκαμε ξανά, έχουμε εξαιρετική σχέση. Η υπόθεση της ταινίας έχει να κάνει με κάποια αγόρια που φοιτούν εσωτερικά σε ένα ελίτ κολέγιο της Μασαχουσέτης τη δεκαετία του ’70 και για κάποιους λόγους, διαφορετικούς για τον καθένα, ξεμένουν εκεί στη διάρκεια των Χριστουγέννων. Η πρεμιέρα θα γίνει, όπως συνηθίζω πάντα, στη Θεσσαλονίκη τον Νοέμβριο. Η συνέχεια επί της οθόνης.

 

Hλεκτρονική έκδοση του free press περιοδικού.
Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση ή η αποσπασματική μεταφορά κειμένων χωρίς τη γραπτή συναίνεση των κατόχων των δικαιωμάτων.

 

ΤΡΟΠΟΙ ΠΛΗΡΩΜΗΣ | ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ | ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ - ΕΠΙΣΤΡΟΦΕΣ

Πλ. Βασιλεως Γεωργιου 6, ΠΑΛΑΙΟ ΨΥΧΙΚΟ 15452, Ελλάδα
Τ 215 555 4430 | info@grapemag.gr
© 2020 Grape Magazine. All Rights Reserved.

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Με την εγγραφή σας στη λίστα των παραληπτών θα λαμβάνετε το newsletter του grape!