CEPPARELLO | ISOLE E OLENA

Ένα μικρό ρέμα που διασχίζει το Κτήμα Isole e Olena δανείζει την ονομασία του στο εμβληματικό Cepparello. Το πρωτοκλασάτο Super Tuscan κατάφερε ήδη από την πρώτη χρονιά παραγωγής του, το 1980, να αποδώσει πιστά τη φιλοσοφία και τις ιδέες του ιδιοκτήτη του, Paolo de Marchi. Για τους περισσότερους αποτελεί την αποθέωση της ποικιλίας Sangiovese, για τον ίδιο τον παραγωγό είναι ένα κρασί που τιμά την προέλευσή του, τη γη από την οποία παράγεται δηλαδή, και αποδίδει πιστά την τυπικότητα του σταφυλιού.

Αν προτιμάτε τα μεγάλα, πληθωρικά, υπέρμετρα δυνατά, εκχυλισμένα κόκκινα κρασιά, μπορείτε να προσπεράσετε σε αυτό το σημείο. Το Cepparello δεν πρόκειται ποτέ να γίνει το κρασί σας και το Sangiovese σε καμιά περίπτωση η αγαπημένη σας ποικιλία. Είναι σαν να προσπαθείς να βρεις στην ευαισθησία της Penelope Cruz τον δυναμισμό της Angelina Jolie. Το μεγαλείο του Cepparello δεν βρίσκεται στην υπέρμετρη δύναμη, αλλά στις φίνες γραμμές, στη λεπτότητα και στην κομψότητα του χαρακτήρα του. Δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο τρόπο για να ξεδιπλωθεί αυτό το μεγαλείο από μια κάθετη γευστική δοκιμή σε 7 χρονιές Cepparello, φτάνοντας πίσω στο 1998. Πρόκειται για ένα κρασί ανέγγιχτο από τον χρόνο, το οποίο φτιάχνεται με τον ίδιο σχεδόν τρόπο από το ξεκίνημά του και πρεσβεύει τις ίδιες ακριβώς αξίες από τότε. 100% Sangiovese, αυστηρά επιλεγμένο από τα καλύτερα κομμάτια του κτήματος, με στόχο τη φρεσκάδα, τις εντάσεις, το γευστικό βάθος, μαζί με μεγάλες δυνατότητες παλαίωσης. Η μαγεία όμως της κάθετης έγκειται περισσότερο στο πόσο ελεύθερα εκφράζεται η διαφορετικότητα της κάθε χρονιάς, ένα στοιχείο το οποίο ο Paolo de Marchi προσπαθεί να αναδείξει μέσα από τα κρασιά που παράγει. Σε μια εποχή τεχνολογικών κρασιών όπου η τελειότητα, η ομοιομορφία και οι βαθμολογίες οινοκριτικών είναι το απόλυτο ζητούμενο, ο Paolo αναζητά την πρόκληση κάθε τρύγου και παλεύει να αποτυπώσει τη χρονιά –καλή ή λιγότερο καλή– στα κρασιά του. Αν αυτό δεν ορίζει την έννοια του terroir, δεν ξέρω τι άλλο θα μπορούσε. Και από υψηλές βαθμολογίες δεν νομίζω πως έχει παράπονο…

2013 ― Δύσκολα θες να πάρεις τη μύτη σου από το ποτήρι. Εκπληκτική κομψότητα και φρεσκάδα, με διαπεραστικό κόκκινο κεράσι, βιολέτες και πιπέρι. Ψάχνεις να βρεις το βαρέλι, το οποίο ήδη δείχνει εξαιρετικά ενσωματωμένο. Στο στόμα νεύρο και οξύτητα κάνουν το κρασί να πάλλεται, τανίνες βελούδινες και επίγευση μακρά και νόστιμη. Ήδη όμορφα ισορροπημένο, αλλά, αν δεν βιάζεστε, δώστε του 3-4 χρόνια στο κελάρι σας πριν σκεφτείτε να το ανοίξετε πρώτη φορά.

2012 ― Μεγάλες εντάσεις στη μύτη, με το φρούτο πιο σκουρόχρωμο σε σχέση με το 2013, πιο ζεστό, να συνδυάζεται με πολύπλοκες ζωικές νότες. Το στόμα δείχνει αρκετά πιο αυστηρό και τανικό σε μια πιο ρωμαλέα, «αθλητική» εκδοχή σε σχέση με το 2013, πάντα όμως με την περιβολή της κομψότητας. Έχει πολλά χρονιά μπροστά του ακόμα για να συναρπάζει.

2008 ― Περισσότερο εξελιγμένο από το 2007, με πράσινο πιπέρι, βοτανικές νύξεις και ζωικούς χαρακτήρες. Το βαρέλι του «ακούγεται» λίγο παραπάνω τόσο στη μύτη όσο και στο στόμα, το οποίο έχει αποξηραμένο δαμάσκηνο και οι τανίνες προεξέχουν ελαφρώς, χωρίς να ενοχλούν όμως ακόμα. Θα το άνοιγα αύριο το μεσημέρι με μια ζουμερή σπαλομπριζόλα, φοβούμενος ότι, αν το κρατήσω παραπάνω, μπορεί και να το μετανιώσω. Μπορεί και όχι όμως…

2007 ― Γλυκιά μύτη με περισσότερο μπαχαρένιο χαρακτήρα από το βαρέλι και ώριμο σκουρόχρωμο φρούτο, όχι τόσο τυπικό στυλ για την ποικιλία. Από την άλλη, ένα στόμα υπέροχα δομημένο, σοκολατένιο, με περισσότερο όγκο και μια ελαφρά πικράδα στο τελείωμα που ανοίγει την όρεξη.

2005 ― Αν θέλετε να δείτε πώς παλαιώνει με χάρη ένα κρασί της κλάσης του Cepparello, τότε αυτή είναι η χρονιά σας. Μύτη που παίζει στην κυριολεξία ανάμεσα στη φρεσκάδα και την εξέλιξη και συνεχώς αλλάζει χαρακτήρα. Αιθέρια, βοτανική, με αρώματα που θυμίζουν τσάι, το κεράσι του Sangiovese και ανθικές νότες δίνουν τη θέση τους σε ένα στιβαρό στόμα, στο οποίο όμως οι τανίνες πατάνε πάνω στο ζουμερό φρούτο ισορροπώντας απόλυτα. Γευστική έκρηξη και ένα επίμονο τελείωμα, το οποίο δεν σε αφήνει να προχωρήσεις στην επόμενη γουλιά.

2003 ― Ίσως η κατανάλωσή του δύο-τρία χρόνια πριν να μην το αδικούσε, πιθανόν γιατί δοκιμάστηκε μετά το εκπληκτικό 2005, αλλά το Cepparello του 2003 δεν βρέθηκε στη μέρα του. Αρκετό δαμάσκηνο στη μύτη, λιωμένο υπερώριμο φρούτο και πυρήνας ελιάς. Η γλύκα του βαρελιού έντονη στο γεμάτο στόμα, αλλά το φρούτο έχει υποχωρήσει δείχνοντας σημάδια κόπωσης. Δεν είναι δυσάρεστο, αλλά σίγουρα έχει περάσει το καλύτερό του σημείο.

1998 ― Μανιτάρι, βρεγμένο χώμα και φύλλα τσαγιού στη μύτη, η οποία δείχνει σημάδια προχωρημένης εξέλιξης από την άλλη, θα χάριζε τεράστιες συγκινήσεις στους φανατικούς της παλαίωσης. Σε μια κίνηση ματ, το στόμα παλεύει με τη φρεσκάδα, διαθέτοντας εντυπωσιακή οξύτητα, καθαρότητα και αρκετό δρόμο μπροστά του ακόμα. Love it or hate it, αλλά σίγουρα άκρως εντυπωσιακό για τη –σχεδόν– εικοσαετία που κουβαλάει στις πλάτες του. g

 

 

 

 

Hλεκτρονική έκδοση του free press περιοδικού.
Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση ή η αποσπασματική μεταφορά κειμένων χωρίς τη γραπτή συναίνεση των κατόχων των δικαιωμάτων.

 

ΤΡΟΠΟΙ ΠΛΗΡΩΜΗΣ | ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ | ΑΠΟΣΤΟΛΕΣ - ΕΠΙΣΤΡΟΦΕΣ

Πλ. Βασιλεως Γεωργιου 6, ΠΑΛΑΙΟ ΨΥΧΙΚΟ 15452, Ελλάδα
Τ 215 555 4430 | info@grapemag.gr
© 2020 Grape Magazine. All Rights Reserved.

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Με την εγγραφή σας στη λίστα των παραληπτών θα λαμβάνετε το newsletter του grape!